Η ΖΩΝΤΑΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΙΑ
ΤΟΥ ΝΕΟΥ
ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΥ

 

"κι όμως θα ξανάρθω...μ' άλλο όνομα,

άλλα ρούχα, αλλά με τον ίδιο πάντα σκοπό"

 

Για τέσσερα ολόκληρα χρόνια η εφαρμογή της αξιολόγησης μένει στα χαρτιά κάτω από το βάρος των πανεκπαιδευτικών αγώνων ενάντια στον 2525/97. (Οι περίφημες πενταμελείς επιτροπές αυτοαξιολόγησης συνάντησαν την καθολική άρνηση των εκπαιδευτικών)

Σήμερα η αξιολόγηση επιστρέφει με το νέο νομοσχέδιο που καταθέτει το Υπουργείο Παιδείας, με "άλλο όνομα" και "άλλα ρούχα", αλλά με τον ίδιο πάντα στόχο: την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, τον ιδεολογικό και παιδαγωγικό έλεγχο και υποταγή, την απαξίωση του ρόλου του εκπαιδευτικού, τον ανταγωνισμό μεταξύ σχολικών μονάδων, την αποδόμηση του δημόσιου σχολείου.

Ο υποταγμένος συνδικαλισμός και τα ΜΜΕ - σύμμαχοι του Υπουργείου Παιδείας - κάνουν το άσπρο μαύρο προσπαθώντας να καθησυχάσουν τους εκπαιδευτικούς ότι η "νέα" αξιολόγηση "έχει ήπια μορφή" και "ανατρέπει βασικά δεδομένα του ν.2525/97".

Στην πραγματικότητα, οι περίφημες "αλλαγές" που γίνονται στο προηγούμενο αξιολογικό πλαίσιο του ν.2525/97, όχι μόνο δε θίγουν τις βασικές κατευθύνσεις και επιδιώξεις, αλλά φιλοδοξούν να δημιουργήσουν ένα πιο αυταρχικό, ιεραρχικό και αποτελεσματικό για το ΥΠΕΠΘ μοντέλο αξιολόγησης. Η "θεαματικότερη" και πολυδιαφημισμένη αντικατάσταση του ΣΜΑ από τους Περιφερειακούς Διευθυντές Εκπαίδευσης και η διάχυση των αρμοδιοτήτων τους σε Π.Ι. και Κ.Ε.Ε., στην ουσία επιβάλλει καθεστώς ασφυκτικού ελέγχου της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

 

ΠΟΙΟΣ ΑΞΙΟΛΟΓΕΙ ΠΟΙΟΝ ;

 

 

ΠΩΣ ΘΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙ ΤΟ ΠΡΟΪΟΝ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ;

 

Να πάρουμε υπόψη μας τρεις εξελίξεις :

 

Να απορρίψουμε την αξιολόγηση πριν μας απορρίψει αυτή

 

Το Υπουργείο Παιδείας, με τα νέα νομοσχέδια κάνει ένα σοβαρό βήμα στην προσπάθεια επιβολής της αξιολόγησης - χειραγώγησης, αξιοποιώντας τη συναίνεση και τον εφησυχασμό. Προωθεί πιο αποτελεσματικά την αντιεκπαιδευτική πολιτική που στηρίζεται στα ίδια υλικά : κάθετη ιεραρχία, ασφυκτικός έλεγχος, σταδιακή προώθηση ελαστικών εργασιακών σχέσεων, ανταγωνισμός, διοικητισμός, απαξίωση του ρόλου των εκπαιδευτικών.

Πλησιάζει για όλους η ώρα των κρίσιμων αποφάσεων : ή με τη ζωντανή εκπαίδευση ή εναντίον της !

 

ΑΝΥΠΟΧΩΡΗΤΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ "ΝΕΑ" ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

 

Η εκπαιδευτική κοινότητα με τους μαχητικούς και πολύμορφους αγώνες της τελευταίας τριετίας, αντιστάθηκε στην αντιεκπαιδευτική πολιτική, όρθωσε μια άλλη παιδαγωγική εργασιακή αντίληψη, μπόρεσε να μπλοκάρει μέτρα της "μεταρρύθμισης". Σήμερα, απέναντι στην ιερή συμμαχία ΥΠΕΠΘ - ΜΜΕ - υποταγμένου συνδικαλισμού, η μόνη διέξοδος είναι η οργάνωση του αγώνα στις Γενικές Συνελεύσεις και ο οριζόντιος συντονισμός των Συλλόγων και των επιτροπών αγώνα, η μόνη λύση είναι η πιο πλατιά αγωνιστική ενότητα του κλάδου στη βάση της ανατροπής των αντιεκπαιδευτικών μέτρων.

 

Οι εκπαιδευτικοί δε θα γίνουν μαριονέτες !

Γι' αυτό απαιτούμε:

Ο αγώνας για την ανατροπή της αντιεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης συνεχίζεται.

Το Υπουργείο Παιδείας για μια ακόμα φορά θα βρει τη μαχόμενη εκπαίδευση απέναντί του.

 

ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

 

Α. Ο εκπαιδευτικός αξιολογείται άμεσα από το Διευθυντή της Σχολικής Μονάδας, από το Σχολικό Σύμβουλο και - αν το επιθυμεί - από τον εαυτό του (!!). Συγκεκριμένα:

 

"Η αξιολόγηση είναι περιοδική και αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες:

α) των εκπαιδευτικών για μονιμοποίηση και υπηρεσιακή εξέλιξη
β) των ενδιαφερομένων εκπαιδευτικών που πρόκειται να κριθούν για την κάλυψη θέσεων στελεχών της εκπαίδευσης
γ) στελεχών εκπαίδευσης
δ) των εκπαιδευτικών που επιθυμούν να αξιολογηθούν σε εθελοντική βάση και
ε) κάθε άλλη περίπτωση που ήθελε κριθεί αναγκαία.

Αρθρ.5, π.2

 Η διαδικασία ατομικής αξιολόγησης (με ατομικές εκθέσεις) των εκπαιδευτικών διαμορφώνεται ως εξής:
α) πριν από τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης υποβάλλεται στο κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο αξιολόγησης, μετά από πρόσκλησή του και σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών, έκθεση προσωπικής αυτο - αξιολόγησης του αξιολογούμενου εκπαιδευτικού, βάσει των εκάστοτε ισχυόντων στοιχείων αξιολόγησης αλλά χωρίς αριθμητικό προσδιορισμό τους. Παράλειψη υποβολής της έκθεσης αυτής σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τη διαδικασία της αξιολόγησης.
β) Ο εκπαιδευτικός αξιολογείται από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο"

Αρθρ.5, π.3

Σύμφωνα με τη φιλοσοφία του ν/σχ, ο εκπαιδευτικός της τάξης, αποτελεί τον "τελευταίο τροχό της αμάξης". Βρίσκεται κάτω από τον διαρκή καθημερινό ανελέητο έλεγχο, διδάσκει κάτω από την ασφυκτική επιτήρηση ενός απρόσωπου και πολυσύνθετου μηχανισμού που ξεκινάει από το Διευθυντή και το Σχολικό Σύμβουλο, περνάει από τα γραφεία των διοικητικών-περιφερειακών τμημάτων και τη διαπλοκή τους με τον κυβερνητικό συνδικαλισμό και καταλήγει στους διαδρόμους των Π.Ι. - Κ.Ε.Ε. και στο ρετιρέ του ΥΠΕΠΘ. Ο κοινωνικός ρόλος του εκπαιδευτικού, η όποια παιδαγωγική - επιστημονική αυτονομία του, η εργασιακή του σταθερότητα, συνθλίβονται κάτω από το βάρος της αξιολογικής ιεραρχικής πυραμίδας.

 

Β. Ο Διευθυντής αξιολογείται άμεσα από τον Προϊστάμενο Γραφείου και το Σχολικό Σύμβουλο. Η θέση του στον αξιολογικό μηχανισμό τον καθιστά αντικειμενικά ως το πιο κρίσιμο και ευαίσθητο κρίκο. Η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι το σώμα των διευθυντών ταλαντεύεται αρκετά, δεν δείχνει όσο απαιτείται πρόθυμο να στραφεί ανοιχτά κατά των εκπαιδευτικών της τάξης και να στηρίξει από καρδιάς την αξιολόγηση (το συμπέρασμα αυτό αποτυπώνεται και στην έκθεση Μπλέσιου). Αυτό συμβαίνει γιατί η πλειοψηφία των Διευθυντών:

  1. Δεν επιθυμεί τριβές και συγκρούσεις με τους εκπαιδευτικούς

  2. Θέλει να αποφύγει τυχόν αντιδράσεις του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος

  3. Έχει τραυματικές εμπειρίες από την εποχή του επιθεωρητισμού

  4. Αισθάνεται δέος απέναντι στην εξουσία του αξιολογικού μηχανισμού

  5. Ζώντας καθημερινά τα προβλήματα του σχολείου, αποτελώντας οργανικό τμήμα του, ταυτίζεται περισσότερο με τους εκπαιδευτικούς παρά με τους αξιολογητές τους

Όλοι αυτοί οι παράγοντες βέβαια δεν φτάνουν για να αντισταθμίσουν το πρωταρχικό δεδομένο : Το σώμα των Διευθυντών, σχεδόν στο σύνολό του, είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει τη δύναμη να αντισταθεί στην εκπαιδευτική ιεραρχία πρώτα απ' όλα γιατί έχει ενσωματώσει το ένστικτο της υπακοής στο διοικητικό μηχανισμό. Επιπλέον, τα προνόμια που αβίαστα παραχωρήθηκαν από την εξουσία (μερική απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα, αύξηση επιδόματος θέσης) καθώς και ο αόριστος φόβος των συνεπειών μιας απρόθυμης συμπεριφοράς επηρεάζουν τις επιλογές και τη στάση τους. Το τελικό αποτέλεσμα θα κριθεί προφανώς από την πίεση που θα ασκηθεί από τους εκπαιδευτικούς, μέσα από τους Συλλόγους Π.Ε. αλλά και τους Συλλόγους Διδασκόντων. Η στρατηγική σημασία που δίνει η κυβέρνηση άλλωστε στο ρόλο των διευθυντών αλλά και συνολικά τα στελέχη εκπαίδευσης, φαίνεται και από την επιπλέον αύξηση στο επίδομα θέσης και τη σύνδεση του μισθού τους με το μισθό του Παρέδρου του Π.Ι.

 

Γ. Οι Σχολικοί Σύμβουλοι αποκτούν ενισχυμένες αρμοδιότητες έτσι ώστε ο ρόλος τους να προσεγγίζει εκείνον του παλιού επιθεωρητή:

Με δυο λόγια, οι Σχολικοί Σύμβουλοι αξιολογούν τον εκπαιδευτικό και τον διευθυντή της σχολικής μονάδας, συμμετέχουν στις διαδικασίες επιλογής διευθυντών και υποδιεθυντών, αποτελούν την πλειοψηφία των επιτροπών ενστάσεων (και ως γνωστόν κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει). Επιπλέον από το σώμα των Σχολικών Συμβούλων επιλέγεται ο Προϊστάμενος του Τμήματος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, ο αρχισύμβουλος της περιφέρειας δηλαδή, ο οποίος αναπληρώνει τον Περιφερειακό Διευθυντή και αξιολογεί τους Σχολικούς Συμβούλους, αλλά και τους Προϊσταμένους Γραφείων της Περιφέρειας (!!) και συμμετέχει στις διαδικασίες επιλογής Προϊσταμένων Γραφείων. 

 

Δ. Οι Προϊστάμενοι Γραφείων και Διευθύνσεων μάλλον θα δουν τη θέση τους να υποβαθμίζεται, αφού οι εξουσίες που αποκτούν απέναντι στους εκπαιδευτικούς και τους Διευθυντές δεν μπορεί να αντισταθμίσουν τη μάλλον χαμηλή θέση στην αξιολογική πυραμίδα και τις αρμοδιότητες που ίσως χάσουν στα πλαίσια των νέων ανακατατάξεων.

 

Ε. Οι 13 Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης θα λειτουργούν ουσιαστικά - ελέω ΥΠΕΠΘ - σαν Τοπικοί Υπουργοί Παιδείας. Διορίζονται και παύονται από τον Υπουργό Παιδείας. Αντίστοιχα οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης (δηλαδή οι Αρχισύμβουλοι) διορίζονται κι αυτοί από τον Υπουργό και έχουν ουσιαστικά αρμοδιότητες αντίστοιχες με εκείνες των Γενικών Επιθεωρητών

 

ΣΤ. Το Κ.Ε.Ε. και το Π.Ι. αποτελούν με βάση το νέο ν/σχ τα σημαντικότερα κέντρα εξουσίας - κάτω από την ηγεσία του ΥΠΕΠΘ φυσικά. Εδώ πρέπει να πάρουμε υπόψη μας δυο δεδομένα :

  1. Τόσο το Κ.Ε.Ε. όσο και το Π.Ι. λειτουργούν με σχετική αυτοτέλεια και αυτονομία σε σχέση με την υπόλοιπη αξιολογική πυραμίδα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί οι ομάδες των πανεπιστημιακών που κυριαρχούν στα δυο ιδρύματα να διορίζονται και να παύονται ανάλογα με τις προσωπικές επιλογές του εκάστοτε Υπουργού Παιδείας, από κει και πέρα όμως, είναι αυτές που καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις κατευθύνσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής. Η λειτουργία αυτή απαιτεί ένα ελάχιστο βαθμό ανεξαρτησίας από την πολιτική αρχή, που οι πανεπιστημιακές ελίτ γνωρίζουν να αξιοποιούν προς όφελός τους.

  2. Τα δυο ιδρύματα βρίσκονται σε διαρκή ανταγωνισμό για τη συμμετοχή τους στην αξιολογική διαδικασία, αλλά και στο νέο πρόγραμμα εισαγωγής νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση. Ο ανταγωνισμός δεν οφείλεται σε διάσταση απόψεων, αλλά στο πολύ απλό γεγονός ότι οι χώροι ευθύνης τους αλληλοκαλύπτονται και τα συμφέροντα που διακυβεύονται είναι τεράστια. Σαν αποτέλεσμα αυτής της όχι και τόσο ευγενικής "άμιλλας" αναφέρουμε ότι έχουν ήδη συγκροτηθεί οι μηχανισμοί αξιολόγησης και στα δυο ιδρύματα (οι ομάδες εργασίας στο Κ.Ε.Ε. και το τμήμα Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης στο Π.Ι.) 

Το Κ.Ε.Ε 

Αρθρ.4, π.2α

Αρθρ.4, π.2α

Αρθρ.4, π.3

Αρθρ.9, π.1

 Το Π.Ι. 

Αρθρ.4, π.2β

Αρθρ.4, π.4

Αρθρ.5, π.3ζ

Αρθρ.5, π.6

 

Το ΠΙ και το ΚΕΕ αναλαμβάνουν, σε συνεργασία μεταξύ τους, την ανάπτυξη διαύλων που θα συμβάλουν στη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου, αξιοποιώντας τα σχετικά δεδομένα και τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες της πληροφορικής και των επικοινωνιών.

 

ΑΣΑΦΕΙΑ - ΗΘΕΛΗΜΕΝΗ ΓΕΝΙΚΟΛΟΓΙΑ : Ο ΥΠΕΠΘ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ !!!

 

Ο εκάστοτε Υπουργός Παιδείας, έχει τη δυνατότητα να αλλάζει σε μια νύχτα τους Περιφερειακούς Διευθυντές και τους Αρχισύμβουλους και να τροποποιεί τη διαδικασία αξιολόγησης εκδίδοντας υπουργικές αποφάσεις ! 

"Με αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Π.Ι. , καθορίζονται η διαδικασία, ο τύπος, ο χρόνος, το περιεχόμενο της αξιολόγησης , καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών" 

Αρθρ.5, π.9

Φοβού τους Δαναούς …ή αλλιώς, το κλειδί της συναίνεσης

Αρθρ.5, π.2

(με άλλα λόγια Θα αξιολογηθείς που θα αξιολογηθείς γιατί να μην το κάνεις εθελοντικά;)

Αρθρ.5, π.3α

 

Αρθρ.5, π.5

Λεπτομέρεια : η ένσταση εκδικάζεται από τριμελή επιτροπή. Δύο από τα τρία μέλη είναι σχολικοί σύμβουλοι.

Αρθρ. 8, π.7

Αρθρ.9, π.3

 Η αξιολογική διαδικασία δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά αν δεν εμπεδωθεί ένα ελάχιστο επίπεδο αποδοχής ή έστω ανοχής από το σώμα των εκπαιδευτικών. Έτσι, με βάση και την προηγούμενη εμπειρία, το ΥΠΕΠΘ αποφεύγει όσο είναι δυνατό τις συλλογικές διαδικασίες που δίνουν δυνατότητες οργανωμένης αντίστασης, βάζουν στην άκρη τις πενταμελείς επιτροπές και τη συλλογική διαδικασία διαμόρφωσης εκθέσεων αυτο-αξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Ο αξιολογικός μηχανισμός αντιμετωπίζει τον κάθε εκπαιδευτικό σε ατομική βάση : ο καθένας μόνος του, αυτό είναι το σύνθημα.

Η φράση "κατά προτεραιότητα" σηματοδοτεί τις ομάδες που αντικειμενικά είναι πιο ευάλωτες ή πιο δεκτικές στην αξιολογική διαδικασία: τους νεοδιόριστους, όσους είναι στο κρίσιμο σημείο να αλλάξουν βαθμό, τους αναπληρωτές (δεν αναφέρονται ρητά), και φυσικά τα στελέχη εκπ/σης ή όσους επιθυμούν να γίνουν στελέχη. Εδώ αξιοποιείται και η εμπειρία της εξομοίωσης, όπου μετά από δύο συνεχόμενες εντυπωσιακές ήττες, η διαδικασία ξεκίνησε, χωρίς καμιά σχεδόν αντίσταση από την πιο δεκτική κατηγορία : αυτή των 20 ετών προϋπηρεσίας και πάνω !

Την τελευταία στιγμή, το ΥΠΕΠΘ αποφασίζει να εντάξει από το παράθυρο στην κυριολεξία, την αύξηση του επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης στο ν/σχ. Πρόκειται για την περίφημη αύξηση των 15.000 δρχ (μεικτά) για την οποία εδώ και οχτώ μήνες έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση και τώρα αποφασίζει να τη συνδέσει με την αξιολόγηση! Οι στόχοι είναι προφανείς αλλά και αποκαλυπτικοί για την τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση. Πρώτα απ' όλα επιδιώκουν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, να αμβλύνουν τις αντιστάσεις, να ενισχύσουν την ΠΑΣΚ που προσπαθεί να μας πείσει ότι "το ν/σχ έχει και τις θετικές του πλευρές και δεν μπορούμε να το απορρίπτουμε συνολικά". Ακόμα παραπέρα, σε περίπτωση ήττας της κυβέρνησης και απόσυρσης του ν/σχ, δεν θα διστάσουν να εκβιάσουν ανοιχτά με την απειλή ότι θα καταργηθεί με ευθύνη του εκπαιδευτικού κινήματος η αύξηση του επιδόματος. 

Όσο αφορά τα στελέχη εκπαίδευσης, είναι ακόμα πιο φανερή η επιχείρηση εξαγοράς τους και πλήρους απόσπασής τους από το εκπαιδευτικό σώμα.

 

Τι έγινε το ΣΜΑ ;

"Αρμοδιότητες της ΕΑΣΜ μεταξύ άλλων :

"Ορίζει μεταξύ των αξιολογητών δεκατρείς (13)Συντονιστές Αξιολόγησης Αξιολογητών, έναν για κάθε περιφέρεια της χώρας" Υπουργική Απόφαση Δ2/1938, αρθρ.5 π.6β

( στο ν/σχ προβλέπονται 13 Προϊστάμενοι των Τμημάτων Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης)

 

"Καθορίζει τους τομείς, τα μέσα, τους δείκτες και τα κριτήρια αξιολόγησης των Σχολικών Μονάδων..." Υπουργική Απόφαση Δ2/1938, αρθρ.5 π.6ζ

 

Το Κ.Ε.Ε "αναλαμβάνει την ανάπτυξη και προτυποποίηση των δεικτών και κριτηρίων για τη δυναμική αποτύπωση της κατάστασης καθώς και τον έλεγχο της αξιοπιστίας του συστήματος αποτύπωσης και παρακολούθησης του εκπαιδευτικού έργου τόσο στο επίπεδο της σχολικής μονάδας και της περιφέρειας όσο και στο εθνικό επίπεδο" Αρθρ. 4 π.2α

 

"Είναι ο αποδέκτης των εκθέσεων αξιολόγησης Σχολικών Μονάδων...συντάσει ανάλογη έκθεση για το σύνολο της επικράτειας" Υπουργική Απόφαση Δ2/1938, αρθρ.5 π.6θ

 

Το Κ.Ε.Ε. "συγκεντρώνει και επεξεργάζεται τις ετήσιες εκθέσεις αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων, και συντάσσει ετήσια έκθεση αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου"
Αρθρ. 4 π.2α

 

"Έργο των μελών του ΣΜΑ είναι ιδίως

Ν.2525/97, αρθρ.8, π.4η

 Το Π.Ι. "αναλαμβάνει το έργο της εντοπισμένης και συγκεκριμένης αξιολόγησης" ,στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών χρησιμοποιούνται οι 100 πάρεδροι στη θέση του ΣΜΑ, ενώ "Σύμβουλοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου αξιολογούν τους Προϊσταμένους των τμημάτων Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης" που με τη σειρά τους αξιολογούν τους Σχολικούς Συμβούλους κ.λ.π.

Αρθρ. 4 π.4 και Αρθρ. 5, π.3ζ

Τέλος, προβλέπεται η ίδρυση Οργανισμού Επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών που θα είναι "νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου" και θα μπορεί να αναθέτει "επιμορφωτικό έργο σε αρμόδιους φορείς". Δηλαδή η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών περνάει στα χέρια ενός "ευέλικτου" ιδιωτικού οργανισμού που θα μπορεί να αναθέτει τα πιο στρατηγικά και κερδοφόρα τμήματά της στους ιδιώτες.

Αρθρ.6, π.1 και 2

 

Είναι αυτό το αξιολογικό μοντέλο "σύμφωνο" με τις θέσεις του κλάδου,
όπως ισχυρίζεται η ΠΑΣΚ ;

Η ΔΟΕ - όπως είναι αυτονόητο - δεσμεύεται από την τελευταία απόφαση Γ.Σ. για την αξιολόγηση και όχι από όλες τις προηγούμενες ! Στην 68η Γ.Σ. οι ΠΑΣΚ - ΔΑΚΕ ψήφισαν από κοινού τη θέση που ισχύει μέχρι σήμερα. Η ΠΑΣΚ παρά το ότι ψήφισε τότε τη θέση αυτή, σήμερα την αποποιείται και επιχειρεί με ακροβατισμούς και λαθροχειρίες να τη "φέρει στα μέτρα της". Οι κομματικές πιλογές είναι σαφείς : η ΠΑΣΚ πρέπει να πάρει το πολιτικό κόστος της στήριξης της αξιολόγησης. Όμως το ψέμα έχει κοντά πόδια. Συγκεκριμένα, η απόφαση της 68ης Γ.Σ. όπως δημοσιεύτηκε και στο Διδασκαλικό Βήμα:

 

ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

Μηχανισμός : ο ένας αξιολογεί τον άλλο κι όλοι μαζί το δάσκαλο

 

Ο Φουκώ, στις αναλύσεις του για τις πειθαρχικές κοινωνίες, αναφέρει το παράδειγμα των κολεγίων των Ιησουϊτών : Οι σχολικές τάξεις, που αριθμούσαν διακόσιους ως τριακόσιους μαθητές, ήταν διαιρεμένες σε ομάδες δέκα μαθητών, κάθε ομάδα είχε το δέκαρχό της και τη θέση της σε ένα στρατόπεδο, το ρωμαϊκό ή το καρχηδονιακό - το όλο σύστημα αποτελούσε πιστή αντιγραφή της ρωμαϊκής λεγεώνας. Δεν χρειάζονται βέβαια ιδιαίτερες γνώσεις κοινωνιολογίας για να αντιληφθούμε ότι ο αξιολογικός μηχανισμός που περιγράφεται στο ν/σχ αντιγράφει με ιδιαίτερο ζήλο τις στρατιωτικές κάθετες ιεραρχικές πυραμίδες. Ο εκπαιδευτικός αξιολογείται από το διευθυντή, ο διευθυντής από τον Σχολικό Σύμβουλο, αυτός από τον Αρχισύμβουλο, αυτός από τον Σύμβουλο του Π.Ι. και τις ομάδες του Κ.Ε.Ε., αυτοί οι τελευταίοι από τους πανεπιστημιακούς που ηγούνται των Π.Ι. - Κ.Ε.Ε. που με τη σειρά τους διορίζονται και παύονται από τον Υπουργό (για να μη μιλήσουμε για το διοικητικό έλεγχο και τη διαπλοκή του με τον παιδαγωγικό).

Όλη αυτή η ιεραρχική κωμωδία, αποτελεί στην ουσία ένα πολύπλοκο μηχανισμό ελέγχου, μια δαπανηρή κρατικοδίαιτη, μη παραγωγική εκπαιδευτική γραφειοκρατία, που σχεδόν αποκλειστική λειτουργία έχει την επιτήρηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών : ο ένας αξιολογεί τον άλλο και όλοι μαζί το δάσκαλο !

 

Σε σχέση με τον παραδοσιακό επιθεωρητισμό, η μοντέρνα εκδοχή του, φιλοδοξεί να είναι πιο αποτελεσματική, πιο ασφυκτική και απόλυτη : μορφές καθημερινού ελέγχου, ανταγωνισμός, κατακερματισμός του εκπαιδευτικού σώματος σε άτομα - υπαλλήλους, ευέλικτες στρατηγικές επιτήρησης και ενσωμάτωση του διαφορετικού.

 

Διαπλοκή με τη συνδικαλιστική - κομματική αριστοκρατία

 

Η διαπλοκή των διοικητικών - κομματικών - συνδικαλιστικών μηχανισμών σε ένα νέο ποιοτικά επίπεδο, θα εξασφαλίζει την πολιτική - συνδικαλιστική ηγεμονία με τη βοήθεια της αξιολογικής ιεραρχίας, ηγεμονία που θα αξιοποιείται με τη σειρά της για την εμπέδωση της υποταγής και της συναίνεσης και την αναχαίτιση των αντιδράσεων στην αξιολογική διαδικασία.

Το ρουσφέτι και η ημετεροκρατία που αρχικά περιοριζόταν μόνο στο πεδίο των αποσπάσεων - μεταθέσεων - τοποθετήσεων και σε δεύτερη φάση επεκτάθηκε στην επιλογή στελεχών και στους διορισμούς θα κυριαρχήσει σε όλες τις πλευρές και λειτουργίες της εκπαιδευτικής ζωής.

Οι εξελίξεις αυτές κάνουν πιο δύσκολο αλλά και πιο επίκαιρο και τραγικά αναγκαίο το εγχείρημα του ανεξάρτητου ριζοσπαστικού συνδικαλισμού.

 

Η τακτική της ΠΑΣΚ, η ιδιαίτερη επιμονή και αποφασιστικότητα με την οποία υποστηρίζουν την αξιολογική διαδικασία οι πρώην υπέρμαχοι της κατάργησης του επιθεωρητισμού, ερμηνεύεται εν μέρει και από την αναβάθμιση του ρόλου της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Πολλοί είναι εκείνοι που περιμένουν ότι η κυριαρχία των πελατειακών σχέσεων και η συντριβή της αλληλεγγύης και της συναδελφικότητας θα κλείσουν τις ρωγμές που άνοιξε η μαζική ανεξάρτητη αγωνιστική δράση την τελευταία δεκαετία και θα αποκαταστήσουν σε μια πιο στέρεη υλική και πολιτική βάση την απόλυτη ηγεμονία του υποταγμένου συνδικαλισμού. Το επίδικο της επόμενης περιόδου μέσα στις διαδικασίες και τους συσχετισμούς του σ.κ. ίσως μπορεί να αποδοθεί από ένα σύνθημα : Ομοσπονδία εκπαιδευτικών με αγωνιστικό προσανατολισμό και ανεξαρτησία από τα διοικητικά και αξιολογικά κέντρα ή Συνδικάτο αξιολογητών όπου οι αξιολογούμενοι θα εκλέγουν τον επιθεωρητή τους ως αντιπρόσωπο με αντάλλαγμα την ελπίδα για μια πιο επιεική αξιολογική έκθεση ; Η αντιπαράθεση έχει ήδη ξεκινήσει με αφορμή την πρόσφατη απόφαση της ΔΟΕ που απορρίπτει συνολικά το σχέδιο νόμου και την καμπάνια που ξεκίνησε η ΠΑΣΚ για να την ανατρέψει και να επαναφέρει το καθεστώς της απόλυτης συναίνεσης. 

 

Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας

 

Η ανάπτυξη της θεωρίας και της πρακτικής των δεικτών, θα ανοίξει το δρόμο για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, την κατηγοριοποίηση τους και τη σύνδεση της με τη χρηματοδότηση ή ακόμα και με τη βιωσιμότητά τους. Η λειτουργία του δημόσιου σχολείου με όρους ιδιωτικής επιχείρησης και η ανάπτυξη του ανταγωνισμού στη θέση της συνεργασίας, είναι ένας από τους κορυφαίους στόχους των οπαδών της "επιχειρηματικής εκπαίδευσης".

 

Η εκπαιδευτική λειτουργία κατακερματίζεται και βαθμολογείται

 

"...υποβάλλεται ...έκθεση προσωπικής αυτο - αξιολόγησης του αξιολογούμενου εκπαιδευτικού, βάσει των εκάστοτε ισχυόντων στοιχείων αξιολόγησης αλλά χωρίς αριθμητικό προσδιορισμό τους"

 

Η αξιολογική διαδικασία για να εδραιωθεί ως "αντικειμενική και αδιάβλητη" και να καταστεί λειτουργική και αποδεκτή, έχει ανάγκη από μια θεωρία και μια αντίστοιχη πρακτική κατακερματισμού της εκπαιδευτικής λειτουργίας σε διακριτούς παράγοντες που θα μπορούν να εκφραστούν και να αξιολογηθούν με βάση μια αριθμητική κλίμακα. Η θεωρία των "δεικτών και κριτηρίων (που έχει εφαρμοστεί με καταστροφικά αποτελέσματα στη Μ. Βρετανία από τη θατσερική περίοδο) αποτελεί ευθύνη του Κ.Ε.Ε. που θα αξιοποιήσει τόσο τις αντίστοιχες μελέτες του Ο.Ο.Σ.Α. και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και την προηγούμενη έρευνα του Σ. Σολομών.

Έτσι η σχολική καθημερινότητα, η ζωντανή εκπαιδευτική πράξη, θα γίνεται αντιληπτή από τους εκπαιδευτικούς όχι σαν μια σύνθετη λειτουργία, αλλά σαν ένα άθροισμα μετρήσιμων (καθοριστικά μετρήσιμων για την επιβίωσή τους) πράξεων, συμπεριφορών και σχέσεων. Η δύναμη της "δικτατορίας των δεικτών" θα αποτελεί μαζί με το αναλυτικό πρόγραμμα και τη διδακτέα ύλη τα ισχυρά εργαλεία καθημερινού και αδυσώπητου "αόρατου ελέγχου", αυτοπεριορισμού και αυτολογοκρισίας της εκπαιδευτικής πράξης. Θα οριοθετήσει τα νέα περιθώρια που εντός τους θα απορρίπτεται, θα συνθλίβεται ή θα αφομοιώνεται το διαφορετικό, η καινοτομία, ο αυθορμητισμός και η πρωτοβουλία. Η διδασκαλία χάνει τη χαρά της ανακάλυψης του "νέου", της κατάκτησης της γνώσης, γίνεται μια διαδικασία μετρήσιμη. Μετρήσιμη σε χρόνο, σε χρήμα, σε αποδοτικότητα. Μετρήσιμοι και αναλώσιμοι γίνονται άλλωστε και οι φορείς της, εκπαιδευτικοί και μαθητές. Επιτροπές "ειδικών" ερευνούν και δοκιμάζουν στην πράξη δείκτες ποιότητας που μετρούν όλες τις λειτουργίες της σχολικής μονάδας, καταμετρούν και μετατρέπουν σε "ποσότητες" ανθρώπινες σχέσεις και συναισθήματα. Αλήθεια με ποια μονάδα μέτρησης μπορεί κανείς να μετρήσει τη σχέση του δασκάλου με τους μαθητές του, με τους συναδέλφους του, τις καθημερινές μικρές χαρές και αγωνίες. Πως ν καταμετρήσει κανείς το απρόοπτο, τη στιγμιαία έκσταση μιας τάξης που μαγεύεται από ένα λογοτεχνικό κείμενο, το πανηγυρικό κλίμα μιας εκδρομής, την πολεμική ατμόσφαιρα των διαλειμμάτων, την ανία και την κούραση που πλανιέται πάνω από τα θρανία την τελευταία διδακτική ώρα, το άγχος για τους βαθμούς του τριμήνου, τις θυελλώδεις συνεδριάσεις του Συλλόγου Διδασκόντων, πώς να καταμετρήσει κανείς τη μιζέρια και πως τη φαντασία ;

 

"η εκπαίδευση είναι κοινωνικά ουδέτερη, ας την μετρήσουμε"

 

Στην εποχή των κονοτικών πακέτων οι αιρετικές επιστημονικές φωνές ατονούν, αν και συνεχίζουν να υπάρχουν πεισματικά. Η κριτική επιστήμη που αναδεικνύει τον κοινωνικά άδικο χαρακτήρα της αξιολόγησης των μαθητών, την πολιτιστική της προκατάληψη, την αναξιοπιστία της, την τάση της να στιγματίζει τους μαθητές ανεπανόρθωτα, το ρόλο της να ντύνει "επιστημονικά" την καταμεριστική λειτουργία του σχολικού μηχανισμού εγκαταλείπεται από την πλειοψηφία των "προοδευτικών" διανοουμένων. Μια τέτοια επιστήμη δε χωράει στο ΕΠΕΑΕΚ. Δε συμφέρει παρά μονάχα τους μαθητές και την εργαζόμενη πλειοψηφία. 

Αντίθετα η επιστήμη της μέτρησης, των δεικτών ποιότητας, των ατέλειωτων βαθμολογήσεων επιδοτείται αδρά. Η επιστήμη αυτή απονέμει εύσημα ουδετερότητας στη σχολική γνώση. Αναζητά προβλήματα στη σαφήνεια διατύπωσης των σκοπών και των στόχων (και όχι στην επιλογή τους), στη συνεπή σύνδεση των επιμέρους στοιχείων του Προγράμματος Σπουδών (και όχι στο περιεχόμενο τους), στις αναλογίες χρόνου - περιεχομένων (και όχι στον αποκλεισμό των εκπαιδευόμενων και των εκπαιδευτικών από τις αποφάσεις που καθορίζουν την εκπαιδευτική πράξη) , στην ελκυστικότητα των βιβλίων από τυπογραφική άποψη (και όχι από ιδεολογική) και γενικά σε οτιδήποτε θα θεωρούνταν τεχνικό ζήτημα και όχι πολιτικό. 

Η επιστήμη αυτή άλλοτε δεν αντιλαμβάνεται την εκπαίδευση ως κοινωνικό χώρο, με όλους τους ανταγωνισμούς και τις αντιθέσεις του και άλλοτε ταυτίζεται με τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και τις υπηρετεί πιστά. Σε κάθε περίπτωση ανάγει την αναζήτηση λύσεων στα προβλήματα της εκπαίδευσης σε τεχνικό ζήτημα. 

Η καινούργια μόδα γι' αυτήν την επιστήμη λέγεται "δείκτες ποιότητας". Οι δείκτες ποιότητας προορίζονται να δίνουν συγκριτικές πληροφορίες για διάφορες πλευρές της σχολικής ζωής. Κάθε οργανωμένη εφαρμογή τους συνιστά ένα είδος "Αναλυτικού Προγράμματος" της αξιολόγησης.

Οι δείκτες ποιότητας μπορούν να χωριστούν σε θεματικές περιοχές. Κάποιες απ' αυτές αναφέρονται στα δεδομένα των σχολείων: α. διαθέσιμα μέσα και πόροι, β. προγράμματα σπουδών και βιβλία, γ. προσωπικό σχολείων. Κάποιες άλλες αναφέρονται στις διαδικασίες που αναπτύσσονται στα σχολεία (δ. διοίκηση, ε. κλίμα, σχέσεις, συνεργασία, στ. μαθησιακή διαδικασία) και άλλες στα αποτελέσματα (ζ. εκπαιδευτικά επιτεύγματα). Με τον τρόπο αυτό οι εισηγητές τους φιλοδοξούν να συμπεριλάβουν (αν όχι να εξαντλήσουν) το σύνολο της σχολικής ζωής και όσων την επηρεάζουν.

Παρ' όλα αυτά, οι συναρτήσεις μεταξύ αυτών των δεικτών είναι προβληματκές. Καμμία θεωρία για τον αλληλοσυσχετισμό των δεικτών δεν είναι κοινά αποδεκτή. Για παράδειγμα, ποιοί δείκτες είναι οι σπουδαιότεροι; ποιοί είναι καθοριστικοί για ποιούς; σε ποιό βαθμό; Το αρχιπέλαγος των πληροφοριών που είναι δυνατό να συγκεντρωθούν θα είναι έτσι εύχρηστο. Θα μπορεί να προσαρμοστεί στα γούστα του κάθε "υπέυθυνου". Κάποιες πληροφορίες θα θεωρηθούν δευτερεύουσες και κάποιες πρωταρχικές. Εκ των υστέρων η σημασία κάποιων θα εξυψωθεί και άλλων αντίστοιχα θα μειωθεί. Αν αυτό γινόταν νωρίτερα θα άνοιγε συζητήσεις για την εκπαιδευτική θεωρία που ενσαρκώνουν οι δείκτες. Όμως η πολιτική εξουσία θέλει τους δείκτες ουδέτερους. Γι΄ αυτό δεν ζητά από την επιστήμη να τους "αξιολογήσει". 

Η επιστήμη της μέτρησης με τη σειρά της κατανέμει τους δείκτες σε ομάδες, τους εξειδικεύει σε υποενότητες, τους καταγράφει με κλειστού τύπου ερωτήσεις, στριμώχνει το περιεχόμενο τους σε βαθμολογημένες κλίμακες, αλλά δεν τους σημασιοδοτεί. Τι σημαίνει λαϊκή προέλευση των μαθητών; Τι σημαίνει η έλλειψη ικανοποίησης από τη δουλειά τους για τους εκπαιδευτικούς; Τι σημαίνει φτώχεια εκπαιδευτικών και εκπαιδευόμενων; Τι σημαίνει το κυνήγι του βαθμού; Τι σημαίνει το κυνήγι της διδακτέας ύλης; Τι σημαίνει ελλειπής υλικοτεχνική υποδομή; Αυτά και όλα τα άλλα θα μείνουν μετέωρα.

Στο τέλος οι πολυπράγμονες υπεύθυνοι θα περιοριστούν στην επίδοση των μαθητών και στις πρακτικές των εκπαιδευτικών. Ο επιθεωρητισμός δεν είναι μια μορφή αξιολόγησης, είναι η ουσία της. Όπως και τότε έτσι και σήμερα η αξιολόγηση ενδιαφέρεται για το αν οι εκπαιδευτικοί εκτελούν πιστά το πρόγραμμα και για το αν οι μαθητές ανταποκρίνονται στους σχεδιασμούς του υπουργείου. Όπως τότε έσι και σήμερα υπεύθυνοι για τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα είναι οι εκπαιδευτικοί. Όλα τα άλλα που καταμετρούν οι δείκτες είναι για τα μάτια του κόσμου. 

Το πειραματικό πρόγραμμα απ' όπου και αντλήσαμε τον παραπάνω χωρισμό σε θεματικές ενότητες το λέει με το δικό του τρόπο: "...είναι προφανές ότι μια εσωτερική αξιολόγηση η οποία δεν λαμβάνει υπόψη της τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής πράξης είναι μια αξιολόγηση χωρίς νόημα. Επίσης είναι γνωστό ότι τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής πράξης επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό (κατεξοχήν θα λέγαμε) από το είδος των εκπαιδευτικών πρακτικών που αναπτύσσονται μέσα στη σχολική τάξη." (ΕΠΕΑΕΚ, Ενέργεια 11α, Έργο ΣΕΠΠΕ, Εσωτερική αξιολόγηση και προγραμματισμός του εκπαιδευτικού έργου στη σχολική μονάδα., Αθήνα 1999, σελ. 135)

 

Σύστημα αμοιβών - ποινών : Μισθολόγιο, βαθμολόγιο, μονιμοποίηση, πρόσληψη, εργασιακές σχέσεις

 

Η μετατονική αρχή : μισθός ανάλογα με την αξία

"...οι κοινωνίες του ελέγχου έρχονται να υποκαταστήσουν τις πειθαρχικές κοινωνίες...Οι εγκλεισμοί είναι καλούπια, ευδιάκριτα προπλάσματα, ενώ οι έλεγχοι είναι ένας μετατονισμός, σαν ένα αυτοπαραμορφούμενο πρόπλασμα που αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη, ή σαν ένα κόσκινο του οποίου οι τρύπες διαφέρουν η μια από την άλλη. Αυτό το βλέπεις καλά στο ζήτημα των μισθών : το εργοστάσιο ήταν ένα σώμα που έφερνε τις εσωτερικές του δυνάμεις σ' ένα σημείο ισορροπίας, το υψηλότερο δυνατό για την παραγωγή, το χαμηλότερο δυνατό για τους μισθούς΄ αλλά στην κοινωνία του ελέγχου, η επιχείρηση υποκατέστησε το εργοστάσιο και η επιχείρηση είναι μια ψυχή, ένα αέριο. Χωρίς αμφιβολία το εργοστάσιο γνώριζε ήδη το σύστημα των επιβραβεύσεων, αλλά η επιχείρηση δουλεύει βαθύτερα για να επιβάλλει το μετατονισμό κάθε μισθού, σε συνθήκες αδιάκοπης αστάθειας που συμβαίνουν μέσω προκλήσεων, διαγωνισμών και συναντήσεων υπερβολικά αστείων...Το εργοστάσιο συγκροτούσε τα άτομα σε σώμα, προς διπλό όφελος των αφεντικών που επιτηρούσαν κάθε στοιχείο εντός της μάζας και των συνδικάτων που κινητοποιούσαν μια μάζα αντίστασης ' αλλά η επιχείρηση δεν σταματά να εισαγάγει μια ανελέητη αντιπαλότητα σαν θεραπευτική άμιλλα, κατ' εξοχήν αιτία που αντιπαραθέτει τα άτομα μεταξύ τους και διαπερνά το καθένα χωριστά, κατακερματίζοντάς τα...Μια από τις πιο σοβαρές συζητήσεις αφορά την ανικανότητα των συνδικάτων : συνδεδεμένα σ' ολόκληρη την ιστορία τους με τον αγώνα εναντίον των πειθαρχήσεων ή των χώρων εγκλεισμού, θα είναι σε θέση να προσαρμοστούν ή θα δώσουν τη θέση τους στις νέες μορφές αντίστασης εναντίον των κοινωνιών του ελέγχου ;

Gilles Deleuze, Οι κοινωνίες του ελέγχου

 

Η αξιολογική λειτουργία, όπως κάθε διαδικασία ελέγχου και υποταγής, στηρίζει την επιτυχία της, σχεδόν αποκλειστικά, σε ένα πλέγμα αμοιβών - ποινών που εξασφαλίζουν τη μαζική υποταγή - ευθυγράμμιση με τους κεντρικούς σχεδιασμούς και επιλογές. Η ύπαρξη βέβαια ενός συστήματος εξωτερικού ελέγχου και πειθάρχησης αποτελεί μια ταυτόχρονη ομολογία "αποτυχίας", αφού η δύναμη της πειθούς, δεν αρκεί για να εξασφαλίσει την ηγεμονία της κυρίαρχης εκπαιδευτικής αντίληψης και πρακτικής στο εκπαιδευτικό σώμα.

"οι ανεπαρκείς θα τίθενται εκτός σχολείου" 

Φ. Πετσάλνικος

 Είναι γεγονός ότι στο ν/σχ δεν περιγράφεται ένα τέτοιο οργανωμένο σύστημα αμοιβών - ποινών. Η οργάνωση και άμεση λειτουργία, ή έστω η δημοσίευση ενός τέτοιου ολοκληρωμένου συστήματος σε αυτή τη φάση θα ήταν άστοχη αφού θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων και θα έθετε σε κίνδυνο την αρκετά κακόφημη έτσι κι αλλιώς αξιολόγηση. 

Ωστόσο το ν/σχ θέτει τα θεμέλια για την ανάπτυξη ενός ιδιαίτερα αυταρχικού συστήματος αμοιβών - ποινών, αφήνοντας τα χειρότερα για μετά. Συγκεκριμένα, όπως είδαμε παραπάνω, συνδέεται ξεκάθαρα η αξιολόγηση με τη μονιμοποίηση, την υπηρεσιακή εξέλιξη (βαθμολογική - μισθολογική) και την επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης. Επιπλέον, οι υπουργικές αποφάσεις και τα προεδρικά διατάγματα που θα πλαισιώσουν το νόμο, θα συμπληρώσουν τη λίστα "αμοιβών - ποινών". Ο πρώην υφυπουργός Παιδείας Φ. Πετσάλνικος σε όλες τις τελευταίες του δηλώσεις και συνεντεύξεις ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτικός και γλαφυρός : "μπόνους για τους ικανούς - οι ανεπαρκείς θα τίθενται εκτός σχολείου" , ήταν ο τίτλος μιας πρόσφατης συνέντευξης (Έθνος, 2-9-2001). Η κεντρική ιδέα ήταν ότι οι "καλοί" εκπαιδευτικοί θα έχουν γρήγορη υπηρεσιακή εκπαίδευση, προτεραιότητα στη χρήση εκπαιδευτικών αδειών και στα μεταπτυχιακά προγράμματα και ηθικές αμοιβές (sic), ενώ "όσοι δεν τα καταφέρνουν θα προσφέρουν υπηρεσίες σε διοικητικές θέσεις". 

Τμήμα του θεσμικού πλαισίου που θα αφορά όχι τις "ηθικές", αλλά τις υλικές αμοιβές, τη σύνδεση δηλαδή μισθού και απόδοσης, προετοιμάζεται πυρετωδώς από το Υπουργείο Εσωτερικών (βλ. Πολιτεία και νέο μισθολόγιο για το Δημόσιο - σε συνάρτηση με τους δείκτες απόδοσης). Ήδη στα πλαίσια των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων για το 2001, το ΥΠΕΣΔΔΑ έδωσε πρόταση στην ΑΔΕΔΥ για τη "Σύνδεση Μισθολογίου και Δεικτών Αποδοτικότητας". 

Ο μύθος, ότι οι αξιολογικές διαδικασίες θα κατηγοριοποιήσουν τους εκπαιδευτικούς με αντικειμενικό και αδιάβλητο τρόπο σε ικανούς και ανεπαρκείς, ή έστω θα λειτουργήσει βελτιωτικά αναβαθμίζοντας τον εκπαιδευτικό και το δημόσιο σχολείο, έχει ήδη δοκιμαστεί στην πράξη σε τρία εξαιρετικά ευαίσθητα πεδία :

Η επιλογή στελεχών στηρίχτηκε όλο το προηγούμενο διάστημα σε μια μορφή αξιολόγησης "με αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια". Η γενιά σχολικών συμβούλων π.χ. που προέκυψε από αυτή τη διαδικασία, η "προσφορά" τους στο δημόσιο σχολείο και την εκπαιδευτική πράξη, με εργαλείο πάντα την κυρίαρχη αξιολογική αντίληψη αποτελεί ένα πρώτο σαφές δείγμα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η πειθαρχημένη συμπεριφορά (για να μη μιλήσουμε για υπερβάλλων ζήλο) πολλών διευθυντών - προϊσταμένων κ.λ.π. στα μέτρα συμπτύξεων, κατάργησης οργανικών θέσεων και δημιουργίας πληθωρικών τμημάτων, κάτω από την αόρατη απειλή των όποιων συνεπειών θα είχε μια χαλαρή στάση ή ακόμα και μια ακριβοδίκαιη εφαρμογή του νόμου. Αυτή η διαδικασία πειθάρχησης κινείται στην κατεύθυνση "αναβάθμισης" του δημόσιου σχολείου ή μήπως υπηρετεί τις πολιτικές που οξύνουν την κρίση του και ενισχύει τη δυναμική της σχολικής αποτυχίας ;

 

Η κατάργηση της επετηρίδας και τα αποτελέσματα των δύο διαγωνισμών - καθώς και οι πρωτοφανείς και απαράδεκτες διαδικασίες κάτω από τις οποίες διεξήχθησαν - ανέτρεψαν πλήρως τη φιλολογία για "επιλογή των πιο άξιων". 

 

Η εξαντλητική αξιολόγηση των μαθητών στο λύκειο, στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής της, όχι μόνο δεν "αναβάθμισε" το σχολικό θεσμό και την εκπαιδευτική διαδικασία, όπως ισχυρίζονταν οι υποστηρικτές της, αλλά μετέτρεψε το λύκειο σε ένα απέραντο εξεταστικό ναρκοπέδιο, που παρήγαγε στρατιές αριστούχων από τη μια (ούτε με 19,7 δεν περνούσες στην Ιατρική) και απέκλειε δεκάδες χιλιάδες άλλους ως αποτυχημένους.

 

Η παιδαγωγική των GOODY'S

Το σχολείο, σαν χώρος οργάνωσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας πάντα αντέγραφε μοντέλα οργάνωσης και διαχείρισης της εργασίας. Ας δούμε λοιπόν δυο διαφορετικά επίπεδα οργάνωσης και διοίκησης για παράδειγμα μιας πολυεθνικής fast - food.

Στο επίπεδο του καταστήματος : οι εργαζόμενοι εκτελούν πολύ συγκεκριμένες προκαθορισμένες λειτουργίες, μέσα σε προκαθορισμένα χρονικά όρια, χωρίς να υπάρχει το παραμικρό περιθώριο πρωτοβουλίας. Πολυτέλειες αυτοσχεδιασμών και ιδιαιτερότητας δε χωρούν εδώ, ομοιομορφία στο ντύσιμο, στον τρόπο ομιλίας, στις κινήσεις, στη συσκευασία, στη γεύση, καταμερισμός εργασίας, αυστηρά πλαίσια εφαρμογής. Σε κάθε βάρδια υπάρχει ένας supervisor, για να ελέγχει την ομάδα εργασίας ή ακόμα και να αντικαταστήσει κάποιον εργαζόμενο αν υπάρξει κάποιο πρόβλημα ή αν πέσει πολύ δουλειά. Μια φορά στις τόσες, θα περάσει και κάποιος επόπτης από τα κεντρικά για ένα αιφνιδιαστικό έλεγχο ώστε να εξασφαλιστεί ότι όλα λειτουργούν σύμφωνα με τον κεντρικό σχεδιασμό. 

Στο επίπεδο του σχεδιασμού του προϊόντος : Μια ομάδα εργασίας, που λειτουργεί με ελαστικά ωράρια, δεν υπάρχει σαφής διάκριση εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου, συνήθως μάλιστα τα στελέχη εργάζονται 18 ώρες το 24ωρο. Αίσθηση δημιουργικότητας και "ελευθερίας", πολλές κυκλικές συνεδριάσεις, εργασιακό περιβάλλον όπου κυριαρχεί η χαλαρότητα, το ομαδικό, συνεργατικό και ταυτόχρονα ανταγωνιστικό πνεύμα. Το κάθε άτομο, οφείλει να είναι ανταγωνιστικό απέναντι στα άλλα με τέτοιο όμως τρόπο, που η ομάδα να λειτουργεί αποτελεσματικά και ανταγωνιστικά με αντίστοιχες ομάδες άλλων εταιριών.

 

Δύο διαφορετικά εργασιακά μοντέλα, για δύο διαφορετικές λειτουργίες : δημιουργία - εκτέλεση. Το εκπαιδευτικό σύστημα με όλη την πολυπλοκότητά του, αντιγράφει τα δυο αυτά μοντέλα σ' όλες τους τις εκδοχές και αποχρώσεις. Χωρίς να θέλουμε να απλοποιήσουμε την πραγματικότητα, ας επιχειρήσουμε μια γενίκευση : στο επίπεδο της σχολικής μονάδας αντιστοιχεί προφανώς η λειτουργία της εκτέλεσης, στον εκπαιδευτικό, ο ρόλος του "διαμεσολαβητή" ανάμεσα στο εκπαιδευτικό προϊόν και τον πελάτη μαθητή. Το εκπαιδευτικό προϊόν και το εργασιακό πρότυπο του εκπαιδευτικού - "διαμεσολαβητή" σχεδιάζονται σε ανώτερα εκπαιδευτικά επίπεδα ενώ ενδιάμεσα κινούνται οι μηχανισμοί ελέγχου και επιτήρησης. Τα πλαίσια δράσης του εκπαιδευτικού πρέπει λοιπόν να περιοριστούν, ή έστω να αναδιαμορφωθούν σε νεοφιλελεύθερη βάση, να μετατραπούν π.χ. σε μια προκαθορισμένη λίστα από διαφορετικά βιβλία, προσχεδιασμένα projects, έτοιμα προς εφαρμογή προγράμματα περιβαλλοντικής, θεατρικής εκπαίδευσης, αγωγής υγείας, τοπικής ιστορίας κ.λ.π. Οι εξαιρέσεις βέβαια και τα περιθώρια εναλλακτικής δράσης, οι ρομαντικές προσπάθειες πάντα θα υπάρχουν όπως άλλωστε και οι μηχανισμοί που θα επιδιώκουν την ενσωμάτωση, την αφυδάτωση και την αποδυνάμωσή τους.

 

Η ενοχοποίηση του ζωντανού στοιχείου της εκπαίδευσης

 

"Από τη μια άκρη ως την άλλη των Ηνωμένων Πολιτειών είναι αδύνατο να μην ακούσει κανείς το θόρυβο που προκαλεί η κριτική του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Πρόκειται, υποτίθεται, για μια αποτυχία. Δεν προετοιμάζει τα παιδιά μας για τις ακαμψίες του διεθνούς ανταγωνισμού. Είναι υπερβολικά ευαίσθητο στα συμφέροντα των "μειονοτήτων", σε αντίθεση με τη "δική μας" κοινή κουλτούρα. Είναι αναποτελεσματικό και σπάταλο. Κι επιπλέον κυριαρχείται από τα συμφέροντα των "παραγωγών" (εκπαιδευτικών) και όχι των "καταναλωτών" (γονέων και επιχειρηματικής κοινότητας).

Ένα πλήθος αντιφατικών προτάσεων για το "φτιάξιμο" των σχολείων έχουν τραβήξει σήμερα πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας. Μια νεοφιλελεύθερη πρόταση στρέφεται γύρω από την οπτική του ασθενούς κράτους. Τα σχολεία (και οι εκπαιδευτικοί) θα γίνουν αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα, μας λένε, αν τα παραδώσουμε στην αγορά. Τα σχέδια για κουπόνια και επιλογή σχολείου θα λύσουν βαθιά εγκατεστημένα εκπαιδευτικά προβλήματα. Ένα άλλο σύνολο προτάσεων στρέφεται γύρω από τη νεοσυντηρητική οπτική του ισχυρού κράτους. Ο στενότερος έλεγχος, με τη μορφή αναλυτικών προγραμμάτων και εξετάσεων σε εθνικό επίπεδο, θα λύσει τα προβλήματά μας.

Η μεγαλύτερη ώθηση για τα δυο αυτά σύνολα προτάσεων προέρχεται από διάφορες φατρίες της συντηρητικής συμμαχίας που βρίσκεται σήμερα στο προσκήνιο στην εκπαίδευση και στην κοινωνική πολιτική γενικότερα. Για το νεοφιλελεύθερο κομμάτι αυτής της συμμαχίας ο δημόσιος τομέας είναι κατ' ανάγκη κακός και αναποτελεσματικός και ο ιδιωτικός τομέας είναι κατ' ανάγκη καλός και αποτελεσματικός. Για το νεοσυντηρητικό κομμάτι της συντηρητικής συμμαχίας το δημόσιο μπορεί να είναι καλό, μόνο όμως όταν υπάρχει στενός έλεγχος του αναλυτικού προγράμματος και της διδασκαλίας και μόνο όταν το τι διδάσκεται και το πώς διδάσκεται στοχεύουν σε "κατάλληλες" γνώσεις και δεξιότητες. Πολύ συχνά, αυτή η τελευταία θέση περιλαμβάνει εκκλήσεις για αυστηρότερη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Και οι δυο θέσεις είναι εξαιρετικά συζητήσιμες. Αγοραίες και ιδιωτικές "λύσεις" μπορούν να δημιουργήσουν ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική και οικονομική ανισότητα. Το ίδιο φαίνεται να αληθεύει για δήθεν λύσεις που αποσκοπούν στο στενότερο έλεγχο των αναλυτικών προγραμμάτων και της παιδαγωγικής."

Αν η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών είναι η απάντηση, ποια είναι η ερώτηση;

Michael W. Apple

 Δεν πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία. Η κρίση του σχολικού θεσμού, η σχολική αποτυχία και η διάψευση των προσδοκιών των λαϊκών στρωμάτων από την εκπαίδευση, χρεώνονται από την κυρίαρχη ιδεολογία στους εκπαιδευτικούς και τους εκπαιδευόμενους. Χρόνια τώρα, πανεπιστημιακό κατεστημένο, ΜΜΕ και εκπρόσωποι του ΥΠΕΠΘ, αλλά και της αντιπολίτευσης, προβάλλουν με επιμονή τα ιδεολογήματα της "ήσσονος προσπάθειας", της "χαλαρότητας" και της "ισοπέδωσης", συστατικά στοιχεία της εκπαιδευτικής πολιτικής που ευθύνεται για την κρίση, τους ταξικούς φραγμούς και τη μαζική απόρριψη. Η αξιολόγηση και οι σκληροί εξεταστικοί φραγμοί, εμφανίζονται ως μια "φυσική" και "απαραίτητη" λειτουργία. Απαραίτητη όμως για ποιόν ;

 

Η σχολική αποτυχία

 

Σαν ασφαλές κριτήριο της επιτυχίας ή αποτυχίας μιας σχολικής μονάδας εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια το ποσοστό επιτυχίας των αποφοίτων της στις πανελλαδικές εξετάσεις. Έτσι, δίπλα στις έρευνες με ριζοσπαστικό προσανατολισμό που συνδέουν τη σχολική απόδοση με το κοινωνικό - οικονομικό παράγοντα, άρχισαν να εμφανίζονται συγκριτικές μελέτες που αφορούν τα αποτελέσματα γειτονικών λυκείων που - υποτίθεται - αντιστοιχούν στο ίδιο κοινωνικο - οικονομικό περιβάλλον και παρουσιάζουν αδικαιολόγητα μεγάλες αποκλίσεις στην απόδοση των μαθητών. Επιχειρούν έτσι, με μια υπεραπλουστευμένη και διάτρητη μεθοδολογία (η σχολική επιτυχία είναι αποτέλεσμα πολλών , σύνθετων, αλληλοεπηρεαζόμενων παραγόντων - οι ίδιες αστικές περιοχές εμφανίζουν ζώνες κοινωνικής διαφοροποίησης - διαστρωμάτωσης)

Να ενοχοποιήσουν τους εκπαιδευτικούς των συγκεκριμένων μονάδων για την αποτυχία των μαθητών τους. Πολλά θα μπορούσε να πει κανείς για τις σκοπιμότητες ή τις λαθροχειρίες αυτής της τακτικής. Ας μείνουμε όμως σε μια μόνο παρατήρηση. Η σχολική αποτυχία είναι μόνιμο, δομικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου σχολείου. Το σχολείο δηλαδή, λειτουργεί ώστε, ψυχρά και προμελετημένα, μια μεγάλη μερίδα μαθητών να αποτυγχάνει και μια άλλη να προχωρά, να επιβραβεύεται και να περνά το κατώφλι της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

 

Η επιλεκτική - κατανεμητική λειτουργία του σχολείου έχει ενταθεί μετά την εφαρμογή που ν.2525. Το σχολείο έχει προγραμματιστεί έτσι ώστε να κατηγοριοποιεί και να κατανέμει σε σπουδές, επαγγέλματα κλπ. Έχει δομηθεί έτσι ώστε να διχοτομεί το μαθητικό πληθυσμό σε ικανούς - ανίκανους, εργατικούς, τεμπέληδες, συνεργάσιμους και μη. Η λειτουργία των εκπαιδευτικών και τα πλαίσια του ρόλου τους κατευθύνονται σε μεγάλο βαθμό από την κρατική εξουσία και τις κυρίαρχες δυνάμεις της αγοράς και ως ένα βαθμό είναι εγκλωβισμένες στη λειτουργία της αποτυχίας - απόρριψης. Αυτό αφορά το ρόλο των εκπαιδευτικών στη διαδικασία της επιλογής,. Όσο αφορά τώρα τη δική τους τύχη : από τη στιγμή που θα πέσουν και οι ίδιοι θύματα της ίδιας διαδικασίας, το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο. Η αντιστοίχηση με τη σχολική αποτυχία, θα έχει σαν αποτέλεσμα τη μαζική απόρριψη των εκπαιδευτικών στις εκθέσεις αξιολόγησης. Επιπρόσθετα, οι δυο διαγωνισμοί του ΑΣΕΠ, ήδη έχουν λειτουργήσει απορριπτικά για χιλιάδες εκπαιδευτικούς και ακυρωτικά για τα εργασιακά δικαιώματα που εξασφάλιζε το πανεπιστημιακό πτυχίο.

 

Συστήματα ελέγχου : από το "αόρατο χέρι" στο στρατιωτικό μοντέλο 
η αντεπίθεση του νεοσυντηρητισμού

(ΔΥΚ, ο ρόλος του βιβλίου, αναλ. Πρόγραμμα, ύλη, άμεσος έλεγχος, αυτοέλεγχος μέσω των δεικτών) (το πορτοκαλί βιβλίο)

 

"Καθώς οι εργαζόμενοι χάνουν τον έλεγχο της ίδιας της δουλειάς τους, οι δεξιότητες που είχαν αναπτύξει με τα χρόνια ατροφούν. Χάνονται σιγά σιγά, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό τη διοίκηση να αυξήσει τον έλεγχό της πάνω στην εργασία, γιατί ο εργαζόμενος δεν έχει πια τις δεξιότητες του σχεδιασμού και του ελέγχου της ίδιας του της εργασίας. Εδώ εμφανίζεται μια γενική αρχή : στην εργασία, η αχρηστία οδηγεί σε απώλεια…Οι δεξιότητες που ανέπτυξαν οι εκπαιδευτικοί μετά από δεκαετίες σκληρής δουλειάς - θέτοντας στο αναλυτικό πρόγραμμα στόχους που συνδέονται με τους σκοπούς της εκπαίδευσης, διαμορφώνοντας ένα ουσιώδες περιεχόμενο, σχεδιάζοντας τα μαθήματα και τη στρατηγική της διδασκαλίας, αναπτύσσοντας "πνεύμα κοινότητας" στην τάξη, εξατομικεύοντας τη διδασκαλία με βάση τις ανάγκες και τις επιθυμίες των μαθητών κ.ο.κ. - χάνονται. Κατά κάποιον τρόπο, απλά δεν χρειάζονται πλέον, δεδομένης της συγκέντρωσης της εξουσίας και του ελέγχου.

Οι κατακτήσεις των εκπαιδευτικών δεν ήταν εύκολες. Για κάθε μικρό βήμα προς την ανεξαρτησία από το διοικητικό έλεγχο της διδακτέας ύλης χρειάστηκε να επιβεβαιώνουν διαρκώς χιλιάδες εκπαιδευτικοί, σε εκατοντάδες περιοχές των ΗΠΑ, το δικαίωμά τους να καθορίζουν αυτά που θα διαδραματιστούν στις αίθουσές τους.

…σήμερα ασκούνται στα σχολεία δυνάμεις που κάνουν τις επιλογές αυτές σχεδόν να μην έχουν νόημα…Σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό, οι μέθοδοι διδασκαλίας, τα εγχειρίδια, οι εξετάσεις και τα αποτελέσματα απομακρύνονται από τα χέρια των ανθρώπων που πρέπει να τα θέσουν σε εφαρμογή. Αντίθετα, καθορίζονται από την κρατική διοίκηση σε επίπεδο χώρας ή πολιτείας ή από τα νομοθετικά σώματα των πολιτειών και υποστηρίζονται ή παρακινούνται από πλήθος εκθέσεων…οι οποίες συχνά αποτελούν υπεραπλουστευτικές εκτιμήσεις των προβλημάτων της εκπαίδευσης ή προτάσεις για τη λύση τους και οι οποίες δείχνουν την αυξανόμενη ισχύ των συντηρητικών ιδεολογιών στο δημόσιο διάλογο"

 

M. Apple και S. Jungck, Διδασκαλία,
τεχνολογία και έλεγχος στην τάξη

 

Ο μύθος του "ανεξέλεγκτου" εκπαιδευτικού

 

Ο μύθος του "ανεξέλεγκτου" εκπαιδευτικού, που σε αντίθεση με όλους τους άλλους εργαζόμενους απολαμβάνει μια απεριόριστη ασυδοσία μέσα στη σχολική τάξη, έχει καλλιεργηθεί με επιμέλεια και επιμονή από την εξουσία και έχει εμπεδωθεί σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνική συνείδηση καθώς και από σημαντικό τμήμα του εκπαιδευτικού σώματος. Φυσικά το ιδεολόγημα της "ασυδοσίας" καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα.

Πρώτα απ' όλα οι εκπαιδευτικοί - όπως και όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι - ελέγχονται διοικητικά και μάλιστα κάτω από το θεσμικό καθεστώς του ασφυκτικού και ιδιαίτερα αυταρχικού Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα. Θα λέγαμε μάλιστα ότι η ιδιαιτερότητα της εργασίας τους, τους καθιστά πιο ευάλωτους στο διοικητικό έλεγχο αλλά και σε τυχόν αυθαιρεσίες. 

Άρα το ζήτημα της αξιολόγησης (θα έπρεπε να) αφορά το πεδίο του παιδαγωγικού ελέγχου. Είναι γνωστή η αντίληψη που λέει πως όταν ο εκπαιδευτικός κλείνει πίσω του την πόρτα της τάξης, απολαμβάνει απεριόριστους βαθμούς ελευθερίας και επιλογών. Το ερώτημα λοιπόν στην ουσία του είναι : ο εκπαιδευτικός ελέγχεται σήμερα παιδαγωγικά ; Ή για να το θέσουμε ακόμα καλύτερα : η πολιτική εξουσία ασκεί παιδαγωγικό έλεγχο ; 

 

Ο "αόρατος επιθεωρητής"

 

Στην περίοδο από το 1982 μέχρι και σήμερα, ο παιδαγωγικός έλεγχος ασκείται έμμεσα μεν αλλά εξίσου αποτελεσματικά. Ο επιθεωρητισμός καταργήθηκε αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο, σε όλη την επικράτεια, από τη Κρήτη μέχρι το Διδυμότειχο, οι δάσκαλοι διδάσκουν ακριβώς τα ίδια πράγματα, με την ίδια μέθοδο και πάνω κάτω βγάζουν τις ίδιες φωτοτυπημένες εργασίες για το σπίτι.

Το βιβλίο του δασκάλου (μέθοδος διδασκαλίας και ακριβείς οδηγίες - πορεία μαθήματος), το σχολικό βιβλίο, το ωρολόγιο πρόγραμμα, η διδακτέα ύλη και το αναλυτικό πρόγραμμα με την απαραίτητη συνοδεία των βοηθημάτων που αφθονούν στο εμπόριο αποτελούσαν και αποτελούν τον "αόρατο επιθεωρητή". Συμπληρωματικά, οι γονείς λειτουργούν ανασταλτικά σε οποιαδήποτε παρέκκλιση, είτε συγκρίνοντας με άλλες τάξεις και πιέζοντας τον εκπαιδευτικό, είτε με την επιμονή στις παραδοσιακές μεθόδους αποστήθισης. 

Αυτός ο μηχανισμός ελέγχου, παρά την εξαιρετική αποτελεσματικότητά του και την καθολική εμπέδωσή του από το εκπαιδευτικό σώμα, δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στο σημερινό μοντέλο εργασιακού ελέγχου και στο ρόλο που επιφυλάσσουν στους εκπαιδευτικούς. Τα περιθώρια επιλογών που έθετε στην εκπαιδευτική πράξη (και σε μεγάλο βαθμό άφησαν αναξιοποίητα οι εκπαιδευτικοί) μάλλον θεωρούνται σήμερα υπερβολικά. Έτσι στο νέο μηχανισμό παιδαγωγικού ελέγχου, στους παραπάνω παράγοντες έρχονται να προστεθούν, η συνεχής καθημερινή άμεση επιτήρηση από διευθυντή - σχολικό σύμβουλο κλπ., το σύστημα μετρήσιμων δεικτών και κριτηρίων και ένα σύστημα αμοιβών - ποινών (σύνδεση μισθού - απόδοσης, "οι ανεπαρκείς θα τίθενται εκτός σχολείου κλπ). 

 

Η ανεπάρκεια του έμμεσου παιδαγωγικού ελέγχου, η ανάγκη για ένα νέο πιο ασφυκτικό μηχανισμό, στηρίζεται σε τρεις ιστορικές και κοινωνικές εξελίξεις.

 

1. Αποκατάσταση ολοκληρωτικού ελέγχου

 

Μετά την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και απέναντι στα εκπαιδευτικά μέτρα που αυτό είχε λάβει, μια (πιο) δεξιά κριτική είχε έντονα αναπτυχθεί. Η κριτική αυτή γρήγορα κυριάρχησε και στους κόλπους του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος. Η ακώλυτη προαγωγή, ο περιορισμός της αξιολόγησης στο δημοτικό σχολείο, η μείωση έως κατάργηση της δουλειάς στο σπίτι, ο περιορισμός της διδασκαλίας της γραμματικής, το μονοτονικό, ο περιορισμός των εξετάσεων εισαγωγής στην ανώτερη εκπαίδευση, οι πληθωριστικές τάσεις στην βαθμολόγηση των μαθητών μπήκαν στο στόχαστρο. Αυτό δεν έγινε από κάποιο εκπαιδευτικό κίνημα αριστερών διαθέσεων, αλλά από την ιδεολογία της αξιοκρατίας και της "περισσότερης προσπάθειας".

Η "πτώση του επιπέδου", έγινε σιγά σιγά το κυρίαρχο σύνθημα διανοουμένων και εφημερίδων και στα δημοτικά σχολεία τα φωτοτυπικά μηχανήματα (σύμβολα της φιλοπονίας μαθητών και δασκάλων) όχι μόνο πολλαπλασιάστηκαν, αλλά πήραν και φωτιά. Το τελευταίο δείχνει ότι η κριτική αυτή έβρισκε έδαφος στη ζωντανή εκπαίδευση, άρα δεν ήταν μόνο πλάσμα της φαντασίας. Με δεδομένη την γενικότερη οπισθοχώρηση εκείνα τα χρόνια της αριστερής σκέψης, η δεξιά ιδεολογική επίθεση βρήκε πρόσφορο έδαφος. Με τα χρόνια οι δασκάλες/οι ξαναβαθμολόγησαν τους μαθητές τους στη γνωστή κλίμακα χωρίς καμία διαμαρτυρία.
Ωστόσο, η απόρριψη των πρώτων εκπαιδευτικών μέτρων των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν έγινε με ολοκληρωμένο τρόπο από τις κυβερνήσεις του. Έτσι σήμερα στα σχολεία υπάρχουν πλευρές της καθημερινότητας όπου η επιδιωκώμενη ομοιομορφία απουσιάζει. Από συνάδελφο σε συνάδελφο ποικίλει η ποσότητα της δουλειάς για το σπίτι που ανατίθεται στους μαθητές, όπως ποικίλει και η έμφαση στη γραμματική ή τον εθνικό και θρησκευτικό φρονηματισμό για παράδειγμα. Εδώ δεν πρόκειται για την κυβερνητικά επιδιωκόμενη σήμερα ευλυγυσία και αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά για την απώλεια μέρους του ελέγχου από την κεντρική εξουσία.

 

2. Νέες εκπαιδευτικές πρακτικές

 

Παράλληλα και με αυξανόμενη ένταση παρουσιάζεται στην αγορά ένα νέο μοντέλο για το συλλογικό εργαζόμενο. Παρά τις διαφορές στο εσωτερικό του, αυτός ο νέος τύπος συλλογικού εργαζόμενου (γνωστός και ως απασχολήσιμος) έχει κάποια νέα κυρίαρχα χαρακτηριστικά που η εκπαίδευση θα πρέπει να εξυπηρετήσει. Θα πρέπει για παράδειγμα να αλλάξει 6 - 7 επαγγέλματα στον εργασιακό του βίο. Από κει και οι ύμνοι στη δια βίου εκπαίδευση, η οποία όμως απαιτεί τη "γερή γενική παιδεία" που θα ΄λεγε και ο προηγούμενος υπουργός μας. Θα πρέπει επίσης να είναι ικανός να συνεργάζεται σε μικρές ευέλικτες ομάδες εργασίας, απ΄όπου προκύπτει και η έμφαση στις ομαδοσυνεργατικές μεθόδους διδασκαλίας. Θα πρέπει ακόμα να αφοσιώνεται πλήρως στην επιχείρηση του, γι αυτό και πρέπει να ανπτυχθούν περισσότερο τα φαινόμενα του σχολικού πατριωτισμού των μαθητών.

 

Στην προσπάθεια επιβολής των νέων εκπαιδευτικών πρακτικών τόσο η πολιτική ηγεσία του υπουργείου, όσο και οι διανοούμενοι της, βλέπουν τους εκπαιδευτικούς ως ανασταλτικό παράγοντα, όχι τόσο από μια ριζοσπαστική διάθεση, αλλά από τη δύναμη της συνήθειας που τους προσδίδει ένα επιπλέον συντηρητισμό. Ο έλεγχος λοιπόν των εκπαιδευτικών οφείλει να γίνει συστηματικότερος. Δεν φτάνουν πια τα διδακτικά εγχειρίδια που προσπαθούν να ελέγξουν και την τελευταία δραστηριότητα των εκπαιδευτικών. Άλλωστε αυτά ανήκουν σε μια παλιότερη εποχή, καθώς οι πρωτοβουλίες των σχολείων βρίσκονται τώρα στο προσκήνιο και αυτές θα πρέπει να ελέγχονται. Δεν φτάνουν τα αναλυτικά προγράμματα. Χρειάζεται η επιθεώρηση. Μια νέα επιθεώρηση, ντυμένη τα ιερά άμφια της επιστήμης των ειδικών. Χρειάζεται ο φόβος του άμεσου ελέγχου. Η καθοδήγηση. Η επιβράβευση των "πρωτοπόρων". Ειδικά προγράμματα συμμόρφωσης για τους "υστερήσαντες". Και βέβαια, ο έλεγχος των νεοεισερχόμενων στο επάγγελμα.

 

3. Συντονισμός με το γενικότερο ιδεολογικό κλίμα των καιρών

 

"Η εκπαίδευση, και ειδικά οι εκπαιδευτικοί, δεν μπορούν να αποτελούν μια μόνιμη ανορθογραφία στο γενικό κείμενο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Η δουλειά τους θα πρέπει να μετρηθεί, όπως γίνεται με όλους. Δεν μπορούν να διεκδικούν για τον εαυτό τους την εξαίρεση." 

Αυτό υποστηρίζουν εκείνοι που χρόνια τώρα μιλούν για τους τεμπέληδες και ανεξέλεγκτους εκπαιδευτικούς. Άλλοι απ΄αυτούς δίνουν το ρόλο αυτό στην αγορά, π.χ. οι Φιλελεύθεροι του Μάνου, και άλλοι (οι περισσότεροι προς το παρόν) στο κράτος. Ολόκληρος όμως ο επίσημος πολιτικός κόσμος συμφωνεί πως τα πάντα μπορούν να μετρηθούν με τρόπο αντικειμενικό, και πως μόνο η μέτρηση αυτή θα μας διαφωτίσει για να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Στο πλευρό του πολιτικού κόσμου στέκονται και οι περισσότεροι διανοούμενοι της εκπαίδευσης.

Η κυριαρχία του επιστημονισμού, η λατρεία των ειδικών και η τυφλή εμπστοσύνη στις μετρήσεις μαζί με τη μείωση του κύρους των εκπαιδευτικών στην κοινωνία συνηγορούν στη εισαγωγή της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών από τους ειδικούς. Η επί χρόνια επιχειρούμενη ενοχοποίηση των εκπαιδευτικών για τα αδιέξοδα, τις ελλείψεις και τις αποτυχίες της δημόσιας εκπαίδευσης πρέπει τώρα να εξαργυρωθεί.

 

Ο Εκπαιδευτικός στο ρόλο του διαμεσολαβητή

"Σήμερα ζητείται από τους εκπαιδευτικούς όχι μόνο να είναι αποτελεσματικοί, αλλά να είναι αποτελεσματικοί με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ζητείται από τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι είναι τόσο δύσπιστοι απέναντι στον κόσμο του εργοστασίου, της επιχείρησης, της παραγωγής, όχι μόνο να είναι αποδοτικοί, αλλά να βάζουν το εκπαιδευτικό σύστημα να δουλεύει με βάση το μοντέλο της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων.

...το να είναι κανείς εκπαιδευτικός είναι ένα επάγγελμα με όλα τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά, όπως το να είναι κανείς ηλεκτρολόγος, όπως το να είναι υδραυλικός, όπως το να είναι γιατρός. Όταν ο γιατρός μου δεν με θεραπεύει, δεν λέω πως αυτό οφείλεται στο ότι εγώ δεν είναι προικισμένος έτσι ώστε να θεραπεύομαι. Όταν ο γιατρός μου δεν με θεραπεύει, λέω πως αυτό οφείλεται στο ότι ο γιατρός μου δεν είναι καλός. Όταν ένας εκπαιδευτικός οδηγείς τους μαθητές του στην αποτυχία στην τάξη του, τι πρέπει να πει κανείς ;"

Bernard Charlot, ομιλία στο συνέδριο της ΟΛΜΕ, 

"Ο εκπαιδευτικός μπροστά στην Ευρώπη που αλλάζει", Αθήνα 1993 

 

"Η ρητορική για την επαγγελματοποίηση των εκπαιδευτικών προϋποθέτει, κατά τη γνώμη μου, μια προσέγγιση της εργασίας ή του επαγγέλματος τους με όρους παραγωγικίστικης δεοντολογίας.

...Αποτελεσματικότητα της παραγωγής σημαίνει, για την καπιταλιστική αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων, μέτρηση, οριοθέτηση και ποσοτική εκτίμηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του εκπαιδευτικού, εξορθολογισμό της εργασίας του. Μόνο που ο εξορθολογισμός εδώ υπακούει κυρίως στην αγοραία οργανωτική λογική. Η παραγωγικίστικη αντίληψη προσδιορίζει με άλλα λόγια, το συγκεκριμένο περιεχόμενο αυτού του ορθολογισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι διαδικασίες πρόσληψης, διορισμού, επαγγελματικής εξέλιξης και διάκρισης, αμοιβών και ιεραρχίας των εκπαιδευτικών, θα τείνουν να προσαρμοστούν ή να αναπροσαρμοστούν με βάση τη λογική και τα κριτήρια της αγοράς. Μπορούμε ακόμα να υποθέσουμε πως και η μονιμότητα στο επάγγελμα μπορεί να αμφισβητηθεί."

Μπάμπης Νούτσος, ομιλία στο συνέδριο της ΟΛΜΕ, 

"Ο εκπαιδευτικός μπροστά στην Ευρώπη που αλλάζει", Αθήνα 1993 

 

Στο τέλος του Σχολικού Έτους 2000 - 2001 κυκλοφόρησε στα σχολεία το περίφημο πορτοκαλί βιβλίο του Π.Ι. (Συμπληρωματικές οδηγίες για τη διαδασκαλία των μαθημάτων στο Δημοτικό Σχολείο) που αφαιρούσε ένα μέρος της διδακτέας ύλης στο όνομα του "υπερβολικού φόρτου εργασίας των μαθητών". Στην εισαγωγή διαπίστωνε ότι "ο ρόλος του εκπαιδευτικού μεταβάλλεται συνεχώς στην εκπαιδευτική διαδικασία : από αποκλειστική πηγή γνώσης μετατρέπεται σε διαμεσολαβητή, διευκολύνοντας τους μαθητές να προσεγγίζουν διερευνητικά τη γνώση και να την κατακτούν αυτοδύναμα". Μετά την εντυπωσιακή αυτή διαπίστωση ακολουθούσαν μια σειρά οδηγίες που δεν άφηναν περιθώρια παρερμηνείας :

"δεν θα διδαχθούν κείμενο και ασκήσεις"

"θα γίνει προφορικά"

"να κλίνουν το ίδιο ρήμα σε όλα τα πρόσωπα"

"να παραμείνει μόνο το πρώτο θέμα"

"δεν θα διδαχθούν οι εξαιρέσεις"

"να παραλειφθούν τα προφορικά"

"να διδαχθούν σε δυο διδακτικές ώρες"

"να ενσωματωθεί η ενότητα με την επόμενη"

Έτσι ο "διαμεσολαβητής" εκπαιδευτικός, "διευκολύνει" τους μαθητές να προσεγγίσουν και να "κατακτήσουν αυτόνομα" εκείνα τα αποσπάσματα της ύλης που επέλεξε το Π.Ι. , να λύσουν (ή να παραλείψουν) τις ίδιες ασκήσεις, στο χρόνο που το Π.Ι. προγραμμάτισε σε όλη την επικράτεια. Ο "διαμεσολαβητής" εκπαιδευτικός, με την υπαλληλίστικη νοοτροπία, θα έχει βέβαια τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε δύο περίπου ίδια βιβλία φυσικής και θα έχει στη διάθεσή του μια έτοιμη λίστα από τυποποιημένα projects. Αυτοί θα είναι οι "βαθμοί ελευθερίας" που θα απολαμβάνει ο εκσυγχρονισμένος "διαμεσολαβητής" εκπαιδευτικός. 

Ο εξευτελισμός της επίσκεψης του αξιολογητή στην τάξη

Επιπρόσθετα, η επίσκεψη του αξιολογητή στην τάξη για να επιτηρήσει - ελέγξει και αξιολογήσει τον εκπαιδευτικό προκαλεί νευρικότητα, προγραμματισμένες και προκατασκευασμένες συμπεριφορές, ανατρέπει τις λεπτές ισορροπίες της σχολικής κοινότητας και το κυριότερο καταρρακώνει το κύρος και την αξιοπρέπεια του εκπαιδευτικού, τραυματίζει ανεπανόρθωτα τη σχέση του με τους μαθητές.

Η βιβλιοκεντρική αντίληψη της εκπαίδευσης : Το σχολικό βιβλίο πρέπει να διδαχθεί, να γίνει αντικείμενο αποστήθισης, να αναλυθεί, να συντεθεί, να αποδοθεί σε προφορικές και γραπτές εξετάσεις ώστε να αποδειχτεί ότι μεταδόθηκε επαρκώς από το διδάσκοντα και αποστηθίστηκε ικανοποιητικά από τους διδασκόμενους. Είναι το σύμβολο, το εργαλείο επιβολής της εξουσίας.

Όμως, η προσέγγιση της γνώσης είναι μια ζώσα εμπειρία και όχι μια τυποποιημένη διαδικασία αποστήθισης - ανταλλαγής πληροφοριών και δεδομένων. Κινητοποιεί το σύνολο των νοητικών λειτουργιών - λογική σκέψη, μνήμη, συναίσθημα κλπ. - απαιτεί και προκαλεί ενθουσιασμό, αφοσίωση. Αντίθετα με αυτή την αντίληψη, ολόκληρη η εκπαιδευτική διαδικασία είναι σχεδιασμένη ώστε να υπηρετεί το σχολικό βιβλίο και όχι να υπηρετείται απ' αυτό. Έτσι έχουμε μια πλήρη αντιστροφή των μαθησιακών λειτουργιών για να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ελέγχου : οι μαθητές υπηρετούν το σχολικό βιβλίο αντί το σχολικό βιβλίο να υπηρετεί τους μαθητές, σαν εργαλείο και πηγή γνώσης. Όλες αυτές οι λειτουργίες βέβαια σε συνδυασμό με τη διαδικασία επιλογής - απόρριψης, προκαλούν μια πρωτοφανή αντιστροφή : Αντί να σκεφτόμαστε τι κάνει το σχολείο για τους μαθητές, μοναδικό ερώτημα και κριτήριο είναι τι κάνουν οι μαθητές για το σχολείο.

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Η αξιολόγηση :

  1. Όχι μόνο δεν θα βελτιώσει την εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά αντίθετα, θα αφυδατώσει την εκπαιδευτική πράξη από τον αυθορμητισμό, την πρωτοβουλία και τη δυνατότητα του διαφορετικού.

  2. Όχι μόνο δεν θα βελτιώσει την εικόνα του εκπαιδευτικού, αλλά θα συμβάλλει στην πλήρη απαξίωση του κοινωνικού του ρόλου, στην υποταγή και χειραγώγησή του.

  3. Όχι μόνο δεν θα απαλλάξει τον εκπαιδευτικό από τις όποιες ενοχές έχει έντεχνα καλλιεργήσει η εξουσία για την απουσία της αξιολόγησης, αλλά αντίθετα "θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου" για εκτεταμένες καμπάνιες συκοφάντησης και δυσφήμισης, για τα επόμενα βήματα κατάργησης εργασιακών κατακτήσεων με το πρόσχημα πάντα της κοινής γνώμης που ΥΠΕΠΘ - ΜΜΕ - πανεπιστημιακό κατεστημένο θα έχουν διαμορφώσει κατάλληλα.

  4. Όχι μόνο δεν θα αντιμετωπίσει το φαινόμενο της "αδιαφορίας", αλλά θα εμπεδώσει στο εκπαιδευτικό σώμα τη λογική της υπαλληλοποίησης και του επαγγελματισμού, θα ενισχύσει τη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία. Εξάλλου η αξιολόγηση δεν προωθείται για να αντιμετωπιστούν οι κραυγαλέες εξαιρέσεις, οι περιπτώσεις όπου αποδεδειγμένα εμφανίζεται αρνητικό έργο" όπως αναφέρει η ΔΟΕ. Αντίθετα προωθείται για να χειραγωγηθεί η μεγάλη μάζα των εκπαιδευτικών και να ελεγχθεί ασφυκτικά το έργο τους. Οι ρητορείες του τύπου "ο καλός εκπαιδευτικός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα" είναι πρώτα απ' όλα προσβλητικές, απλοϊκές και δηλώνουν εκ των προτέρων τάσεις υποταγής. Υπαινίσσονται ότι όσοι διαφωνούν με την αξιολόγηση, δεν είναι "καλοί" εκπαιδευτικοί. Ας μην γελιόμαστε ! Οι "συνειδητά αδιάφοροι" είναι οι μόνοι που δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Θα επιβιώσουν προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στον κομματικό - διοικητικό μηχανισμό της αξιολόγησης. Πολλοί απ' αυτούς μάλιστα θα γίνουν και φορείς της αξιολόγησης, από θέσεις στελεχών εκπαίδευσης.

  5. Όχι μόνο δεν θα προωθήσει τη διαφάνεια και την "αξιοκρατία", αλλά θα οικοδομήσει ένα νέο πρωτόγνωρο καθεστώς διαπλοκής και αλληλοτροφοδότησης των κομματικών - διοικητικών και αξιολογικών μηχανισμών. Το ρουσφέτι θα κυριαρχήσει και οι τάσεις διάλυσης και υποταγής κάθε συλλογικής δράσης θα ενισχυθούν

 

Για ποιο λόγο η ίδια κυβέρνηση νομοθετεί ξανά ;

 

Δείξαμε αναλυτικά ότι το ν/σχ υπηρετεί τις βασικές κατευθύνσεις και επιδιώξεις του ν.2525 και φιλοδοξούν να δημιουργήσουν ένα πιο αυταρχικό, ιεραρχικό και αποτελεσματικό για το ΥΠΕΠΘ μοντέλο αξιολόγησης.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί η ίδια κυβέρνηση, τέσσερα χρόνια μετά το ν.2525 νομοθετεί ξανά. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι γι' αυτό :

  1. Ο ν.2525 αποδείχτηκε ότι δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί στο σύνολό του λόγω των πανεκπαιδευτικών κινητοποιήσεων με αιχμή τους αδιόριστους σε πρώτη φάση και τους μαθητές - φοιτητές σε δεύτερη. Γι' αυτό η ΠΑΣΚ έκανε ότι μπορούσε για να υπονομεύσει αυτούς τους αγώνες και να κρατήσει τον κλάδο σε αγωνιστική απραξία.

  2. Οι απόπειρες εφαρμογής της αξιολόγησης απέτυχαν. Μέσα στο εκρηκτικό κλίμα που διαμόρφωναν οι διαδηλώσεις των αδιόριστων και οι καταλήψεις των μαθητών, εκτιμήθηκε ότι ήταν απαραίτητη η εξασφάλιση της συναίνεσης των εκπαιδευτικών. Γι' αυτό η αξιολογική πυραμίδα έπρεπε να χτιστεί από τα κάτω προς τα πάνω, έπρεπε πρώτα να συγκροτηθούν οι πενταμελείς επιτροπές στις σχολικές μονάδες και όχι η ΕΑΣΜ και το ΣΜΑ. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών όμως αρνήθηκε να συγκροτήσει τις πενταμελείς επιτροπές "αυτοαξιολόγησης" και έτσι η πρώτη προσπάθεια εφαρμογής της αξιολόγησης αναχαιτίστηκε.

  3. Η ανάπτυξη ενός θεσμικού πλαισίου που να είναι εναρμονισμένο με την περιφερειακή δομή της κρατικής διοίκησης, οι πιέσεις από το Π.Ι. και το Κ.Ε.Ε. να αναλάβουν τις αρμοδιότητες των ΕΑΣΜ - ΣΜΑ και η ανάγκη εξατομικευμένης αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών για να αποφευχθούν οι συλλογικές αντιστάσεις

 Επιπλέον, πρέπει να εκτιμήσουμε ότι η πολιτική κρίση του ΠΑΣΟΚ μετά τις μεγάλες απεργίες και την ήττα της κυβέρνησης στο ασφαλιστικό, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην προώθηση της αξιολόγησης. 

 

Πρέπει να διατυπώσουμε μια άλλη πρόταση για την αξιολόγηση, ή έστω μια πρόταση για μια άλλη "αξιολόγηση" ;

 

Η αξιολόγηση είναι μια λειτουργία ιδεολογικά και πολιτικά καθορισμένη, έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο και χαρακτηριστικά που επιβάλλονται από τις δυνάμεις που ηγεμονεύουν στην εκπαίδευση και την κοινωνία. Επομένως, οποιαδήποτε πρόταση για μια άλλη αξιολόγηση, οποιαδήποτε προσπάθεια να στηριχτεί μια αξιολόγηση διαμορφωτική "που δεν θα τιμωρεί αλλά θα αναβαθμίζει τον εκπαιδευτικό" ή ακόμα παραπέρα μια "αξιολόγηση" όπου "οι κάτω θα αξιολογούν τους πάνω", "οι εκπαιδευτικοί θα αποκαλύπτουν την αντιεκπαιδευτική πολιτική", είτε αποτελεί αυταπάτη, είτε πολύ απλά περιγράφει κάτι άλλο, ανταγωνιστικό με την αξιολογική λειτουργία. 

Η μαχόμενη εκπαίδευση μπορεί και πρέπει να αναζητήσει την απάντησή της έξω από το πεδίο της αξιολόγησης και σε αντιπαράθεση μ' αυτήν. Μπορεί και πρέπει να αρθρώσει ένα διαφορετικό κοινωνικό - εκπαιδευτικό λόγο, διατυπώνοντας ξανά τα μεγάλα ερωτήματα για το ρόλο του εκπαιδευτικού, τη λειτουργία του σχολείου, τον κοινωνικό - λαίκό έλεγχο της εκπαίδευσης, τη σημασία της σχολικής κοινότητας.

 

Γιατί λέμε όχι στην αξιολόγηση

 

Σήμερα για μια ακόμη φορά χρειάζεται να προβάλλουμε το δικό μας όχι στην αξιολόγηση. Ένα όχι που δε θα περιορίζεται στη δίκαιη άρνηση κάθε εργαζόμενου εκπαιδευτικού να δεχτεί την υποταγή του, αλλά θα ανοίγει προοπτικές για μια αντίπαλη εκπαιδευτική πρόταση ικανή να αντιπαλέψει τον αστικό μεταρρυθμισμό στη ζώσα συνείδηση του λαού. Πρέπει λοιπόν να πούμε ότι ήταν και θα είναι πάντα:

Οι όποιες προτάσεις για μια άλλη "ήπια" αξιολόγηση είτε προέρχονται από τη ΔΟΕ, είτε από την καλοπροαίρετη αγωνία κάποιων συναδέλφων, αποτελούν μια αυταπάτη : αξιολόγηση χωρίς ιεραρχία, συμμόρφωση, βαθμολογία, και επιπτώσεις για τον αξιολογούμενο δεν νοείται ! Αλλωστε το μοντέλο αξιολόγησης που προωθεί το υπουργείο αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της συνολικής λογικής του νόμου Αρσένη.

 

Ενάντια στη λογική του γραφειοκρατικού, ιεραρχικού ελέγχου των σχολείων, μπορεί να αντιπαρατεθεί ο συλλογικός έλεγχος από όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας. Εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μπορούν να προσανατολίζουν τις εκπαιδευτικές διαδικασίες στις πραγματικές τους ανάγκες.

Παράλληλα το εκπαιδευτικό κίνημα θα πρέπει να αναδείξει (όπου υπάρχουν) και να ευνόησει τη δημιουργία (όπου δεν υπάρχουν) εκπαιδευτικών πρακτικών που να αμφισβητούν όχι μόνο την κρατική διδακτική, αλλά και τις κρατικές ιεραρχήσεις και επιλογές επί του περιεχομένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Από την άρνηση της αξιολόγησης των μαθητών, ως την ολική προσέγγιση της γλώσσας, κι από την μετατροπή του κατήχησης των θρησκευτικών σε άσκηση κριτικής σκέψης ως το ροκάνισμα των εθνικιστικών ή κοσμοπολίτικων αναγνώσεων της ιστορίας, οι υπαρκτές αμφισβητήσεις των κρατικών επιλογών για το σχολείο είναι ποικίλες. Το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει να τις οργανώσει. Η οργάνωση αυτή μπορεί να τις μετατρέψει από προσωπικές ιδιορρυθμίες συναδέλφων σε αντιθετική πρόταση για τη γνώση, κάνοτας έτσι φανερό ότι η αξιολόγηση δεν είναι η κατανομή σε μια κλίμακα ουδέτερων ικανοτήτων, αλλά ο εκβιασμός για την αποδοχή της κλίμακας αυτής.

 

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΑΣ

Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν πρώτα απ' όλα να αντιληφθούν την ιστορικότητα της στιγμής, να αποκτήσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιδιώξεις και τη στρατηγική των κυρίαρχων δυνάμεων. Η αντιπαράθεση που συνεχίζεται σε όλα τα πεδία (ιδεολογικό, συνδικαλιστικό, πολιτικό) θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την πορεία των εκπαιδευτικών πραγμάτων στα επόμενα χρόνια, θα επιταχύνει ή θα αναχαιτίσει τις διαδικασίες αποδόμησης του δημόσιου σχολείου και ανατροπής των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών. Πρέπει να θεωρείται δεδομένο, ότι αν η αντιπαράθεση περιοριστεί αποκλειστικά στο πεδίο των εργασιακών επιπτώσεων, στα πλαίσια μιας αμυντικής, οικονομίστικης αντίληψης, αργά, ή γρήγορα, θα επικρατήσουν αντιλήψεις αποδοχής της αξιολόγησης, διαπραγμάτευσης για τους όρους, τις εγγυήσεις, τις λεπτομέρειες του παιχνιδιού. Ο κοινωνικός ρόλος του εκπαιδευτικού, ο κοινωνικός έλεγχος της εκπαίδευσης, η αντίληψη για την εκπαιδευτική διαδικασία, το περιεχόμενο, τις μεθόδους και την κοινωνική της αποστολή, πρέπει να αποτελέσουν μαζί με την υπεράσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων, το σκληρό πυρήνα μιας αντίπαλης λογικής.

Το αίτημα για ένα δημόσιο δωρεάν σχολείο, απαλλαγμένο από τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους και των δυνάμεων της αγοράς, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με το πρόταγμα της κοινωνικής χειραφέτησης, να εμπνέεται και να τροφοδοτείται από τα νέα κοινωνικά κινήματα ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, να γονιμοποιείται από το τους σύγχρονους ριζοσπαστικούς προσανατολισμούς και αναζητήσεις. Πάνω απ' όλα, να στηρίζεται στο στέρεο έδαφος των σημερινών αναγκών, προσδοκιών και δικαιωμάτων της εργαζόμενης πλειοψηφίας, να αναπνέει από τους μικρούς και μεγάλους αγώνες για το καθολικό δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία και ταυτόχρονα να χρωματίζει αυτούς τους αγώνες δίνοντας μια βαθύτερη και μακροπρόθεσμη προοπτική.

 

Απέναντι στη λογική του ασφυκτικού ελέγχου, της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων, της διαπλοκής του αξιολογικού μηχανισμού με τον κυβερνητικό μηχανισμό, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί ένα κίνημα με πολυδιάστατα χαρακτηριστικά :

 Από αυτή την αφετηρία πρέπει να αναζητήσουμε και να επιδιώξουμε τη μεγαλύτερη δυνατή συμμαχία όλων των δυνάμεων εκείνων που διαφωνούν συνολικά με την επιχείρηση επιβολής της αξιολόγησης, να δημιουργήσουμε εστίες αντίστασης και δράσης, με στόχο την αναχαίτιση και ανατροπή της, αλλά και τη διαμόρφωση ενός ρεύματος μορφωτικής και πολιτιστικής αντεπίθεσης, που θα διεκδικεί και θα κατοχυρώνει στην πράξη ένα άλλο ρόλο για τον εκπαιδευτικό.

 Έτσι ώστε απέναντι στην κυρίαρχη δυναμική της υποταγής - χειραγώγησης και απαξίωσης, να ορθωθεί το αντίπαλο δέος της ζωντανής μαχόμενης εκπαίδευσης και να δώσει με αυτοπεποίθηση τις μεγάλες και μικρές μάχες του, στη γενική συνέλευση, στην απεργία και τη διαδήλωση, αλλά και μέσα στο σύλλογο διδασκόντων και τη σχολική τάξη.

 

Μαριόλης Δημήτρης 

(χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από κείμενα της Αυτόνομης Παρέμβασης Κερατσινίου - Περάματος και από το εκπαιδευτικό περιοδικό Ρωγμές εν Τάξει)

ΕπιστροφήΕπιστροφή ΠεριεχόμεναΠεριεχόμενα