ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ


Ανακοινώσεις
Η στάση μας στη ΔΟΕ

Η στάση μας στην ΑΔΕΔΥ
Οικονομικά
Σύλλογοι

Αδιόριστοι
Εκπαιδευτικά
Διεθνή
Φωτογραφίες
Εντυπα των Κινήσεων
Σχήματα
Αλλες διευθύνσεις

 

 

ΑρχήΑρχή

 

Επικοινωνία:

Φόρμα επικοινωνίας

Φόρουμ συζήτησης

ΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

 

Γιάννης Σ. Παπαδάτος, εκπαιδευτικός, κριτικός λογοτεχνίας

 

Τα περιβαλλοντικά προβλήματα στη λογοτεχνία για παιδιά άρχισαν να αποτυπώνονται τη δεκαετία του 70, εποχή που μπορούμε να πούμε ότι συνδέεται με τις εμφανείς οικολογικές καταστροφές.[1] Αυτά τα προβλήματα εντάσσονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: η πρώτη κατηγορία συνδέεται με το ανθρωπογενές περιβάλλον, ειδικά της πόλης κι η δεύτερη με το φυσικό περιβάλλον, κυρίως του δασικού οικοσυστήματος.

Στο πρώτο μέρος της εισήγησής μου θα αναφερθώ σε ορισμένες κοινωνιολογικές και παιδαγωγικές αποτυπώσεις περισσότερο βιβλίων της ελληνικής παιδικής πεζογραφίας της περιόδου 1975 έως 1990.[2] Στο δεύτερο μέρος θα επικεντρωθώ στις εξελικτικές τάσεις βιβλίων, επίσης της πεζογραφίας, της περιόδου μετά το 1990.[3] Λόγω χρόνου, αλλά και του περιεχομένου της ημερίδας, θα περιοριστώ σε ελάχιστα ονόματα και επίσης σε ορισμένους τίτλους βιβλίων.

Η λογοτεχνία πέρα από το αισθητικό αποτέλεσμα που είναι το κύριο γεγονός, ως μια μορφή κοινωνικής συνείδησης, εκφράζει μορφές της πραγματικότητας  (Marcuze, 1983).  Ως εκ τούτου αποτυπώνει κοινωνιολογικά δεδομένα και κατά συνέπεια κοινωνικούς προβληματισμούς αλλά και μια έμμεση παιδαγωγικότητα. Σύμφωνα μάλιστα  με τον Gramsi «η τέχνη μπορεί να διδάξει, ακριβώς γιατί είναι τέχνη και όχι “τέχνη που διδάσκει” γιατί σ’ αυτή την περίπτωση, είναι ένα τίποτα και το τίποτα δεν μπορεί να διδάσκει» (Gramsi, 1971, σ. 23). Η μελέτη των βιβλίων δείχνει ότι δεν αρκεί μόνο η απλή ευαισθητοποίηση των συγγραφέων σε περιβαλλοντικά θέματα, αλλά η  βαθιά επιστημονική γνώση κι η αφομοίωση αυτών των θεμάτων.  Η προσέγγισή μου έγινε υπό το φως κυρίως απόψεων του εισηγητή της κοινωνικής οικολογίας M. Bookchin (Βοοkchin, 1992 κ.ά.) αλλά και απόψεων σχετικά με την οικολογικοποίηση της σκέψης, του E. Morin (Morin, 1980, 1990).

Στην πρώτη κατηγορία θεμάτων, του  περιβάλλοντος της πόλης,  σε πολλά βιβλία δεν αποτυπώνονται τα ουσιαστικά αίτια των προβλημάτων, κυρίως ποιος ή ποια συλλογιστική ευθύνεται. Σε αρκετά βιβλία (μυθιστορήματα και παραμυθικές ιστορίες) είναι συχνό το μοτίβο ενός τυχαίου ανθρώπου ή «μοντέρνου» πλάσματος που έφερε κακές συνήθειες στην πόλη ή σε κάποιο χωριό που εξελίχτηκε σε πόλη. Επίσης περιγράφεται η εικόνα μιας πόλης νοσταλγικής με ασάφεια στο χρόνο, την οποία  οι άνθρωποι θέλουν να επαναφέρουν στην αρχική της εξιδανικευμένη κατάσταση. Αρκετές φορές, συνεπικουρουμένης και της εικονογράφησης, οι ήρωες αναπολούν ειδυλλιακά το χωριό της αγροτικής κοινωνίας με στερεότυπες εικόνες ανδρών να διασκεδάζουν, γυναικών να κουβεντιάζουν και ηλικιωμένων να μιλούν για τα περασμένα.   

Οι ουτοπικές πόλεις της επιστημονικής φαντασίας, πόλεις κατασκευασμένες με πρώτη ύλη το γυαλί,[4] που παρουσιάζονται σε πολλά βιβλία, μπορούν να προσφέρουν κάποιο «οικολογικό παράδειγμα», όμως τούτο «υπονομεύεται» ιδεολογικά, αφού πλεονάζουν οι τεχνοκεντρικές απόψεις. Είναι συνηθισμένη η εικόνα ενός πλανήτη όπου υπάρχουν μεν πόλεις με πράσινο, κτίρια από γυαλί, αλλά και τεχνολογία όπως χρησιμοποιείται στη Γη. Αναφέρει συγκεκριμένα ο Μ. Bookchin, προτείνοντας μια απελευθερωτική τεχνολογία, ότι «δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη χρήση των μεθόδων της επιστήμης και της τεχνολογίας. Μπορούμε όμως να καθιερώσουμε πλαίσια, όπου επιστήμη και τεχνολογία θα δρουν με ποιοτικότερους, συμμετοχικούς και απελευθερωτικούς τρόπους γνώσης και παραγωγής» (Βοοkchin, 1993, σ. 198). Μια τέτοια συλλογιστική δεν αποτυπώνεται στα βιβλία. Και τις λίγες φορές που επιχειρείται οι τελικές ενέργειες στα δρώμενα την ακυρώνουν. Όσες φορές κάτοικοι πόλεων αποφασίζουν να αλλάξουν τα δεδομένα, οι αλλαγές εντάσσονται στα πλαίσια της διαχείρισης του υπάρχοντος τύπου Ανάπτυξης που γεννάει τα οικολογικά αδιέξοδα και τα τοπικά αλλά και τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα. Έτσι θα διασωθούν τα δέντρα μιας περιοχής, αλλά θα κατασκευαστεί το κτίριο κάποιας εταιρείας η οποία μπορεί και να απεργάζεται την καταστροφή του περιβάλλοντος  ή τα εργοστάσια θα τοποθετήσουν φίλτρα ή θα παραμείνουν τα δέντρα της πόλης θα τσιμεντοποιηθεί όμως το τετράγωνο. Το ερώτημα βέβαια που ανακύπτει είναι: ποια θα είναι η τύχη των βιοκοινωνιών μετά την καταστροφή του ευρύτερου οικοσυστήματος;

Αναφέρθηκα ήδη στα εργοστάσια. Η λογική των φίλτρων, προσφέρεται ως λύση στα εργοστάσια που μολύνουν με τα λήμματά τους το περιβάλλον. Είναι συχνή η εικόνα του εργοστασιάρχη  ο οποίος ύστερα από διαμαρτυρίες   τοποθετεί φίλτρα ή μεταθέτει τον αγωγό των λημμάτων. Τέτοιες λύσεις όπως και η συναφής των χημικών προϊόντων απορρύπανσης και των βιολογικών καθαρισμών, εντάσσονται στα πλαίσια του τεχνοκεντρισμού σύμφωνα με την τυπολογία του O Riordan (ORiordan, 1981). Προτείνονται, δηλαδή, λύσεις αντιμετώπισης των προβλημάτων επί των αποτελεσμάτων και όχι επί των αιτίων. Ο τεχνοκεντρισμός, η συλλογιστική που επικρατεί στις σύγχρονες κοινωνίες, στον τρόπο άσκησης της εξουσίας και στη διατήρηση του status quo, αναγνωρίζει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και η λύση που προτείνει, είναι διαχειριστική διαπνεόμενη από το καρτεσιανό δόγμα της κυριαρχίας του ανθρώπου επί της φύσης και όχι της συνεργασίας του με αυτήν με την έννοια ότι ο άνθρωπος ανήκει στη φύση ( Φλογαΐτη, 1993, σ. 105)

Η εικόνα του επικίνδυνου εργοστασιάρχη που αλλάζει πρακτική, είναι συχνή. Ζώα και άνθρωποι κάθε φορά εξεγείρονται και αναγκάζουν τους εργοστασιάρχες να τοποθετούν φίλτρα ή να απομακρύνουν τα εργοστάσιά τους. Η ρύπανση όμως και η μόλυνση του περιβάλλοντος δεν είναι τοπικού χαρακτήρα.  Συχνά εκφράζονται απόψεις γα την ανάγκη ύπαρξης των εργοστασίων αφού αναπτύσσουν οικονομικά περιοχές και «δίνουν ψωμί στο φτωχό».  Κι αν τα εργοστάσια «δίνουν ψωμί», μερικοί μπορούν να πουν ότι έτσι είναι, ανεξάρτητα από το πόσο «ψωμί δίνουν», στα περισσότερα κείμενα δεν αφήνονται ερωτήματα για τον τύπο ανάπτυξης που γεννά τα οικολογικά αδιέξοδα και για τις αντιφάσεις του, τις πλαστές ανάγκες που δημιουργεί και  για τα θέματα γενικά του κοινωνικού προβλήματος: συνθήκες δουλειάς, ανεργία, φτώχεια, υποσιτισμός, πλουτισμός με κατασπατάληση των φυσικών και ενεργειακών πόρων με τις επιπτώσεις σε στρώματα πληθυσμού….. Γιατί  πώς θα πεις σήμερα να απομακρυνθεί ένα εργοστάσιο όταν ζουν απ’ αυτό χιλιάδες οικογένειες… Τις λίγες φορές που αποτυπώνεται αυτή η αντίφαση άρα και η δυσκολία του να βρεθεί μια κάποια λύση, τα βιβλία αποτυπώνουν  την παραπάνω εικόνα λειτουργίας του εργοστασίου. Σπάνια κάποιος θα βρει οικοκεντρικές θέσεις οι οποίες θα αμφισβητήσουν τον υπάρχοντα τύπο ανάπτυξης όπου, σύμφωνα με την προαναφερόμενη τυπολογία του ORiordan,  αποδεικνύουν ότι οι κοινωνικές σχέσεις είναι αξεχώριστες από τις σχέσεις ανθρώπου-περιβάλλοντος και ότι η οικολογική κρίση είναι και κοινωνική κρίση (Φλογαϊτη, 1993, σ. 107). Ο οικοκεντρισμός, σε αντίθεση με τον τεχνοκεντρισμό, βλέπει τη λύση των προβλημάτων μέσω των αλλαγών των θεσμικών πλαισίων. Στα βιβλία βέβαια δεν προβάλλονται τέτοιες ριζοσπαστικές λύσεις όπως αλλαγές θεσμών, ιδεών, γενικά ανατρεπτικές αλλαγές στον τρόπο ζωής του ατόμου και της κοινωνίας. Δηλαδή, μια ζητούμενη πραγματικότητα που μπορεί να συσχετιστεί και με την άποψη του E. Morin για την οικολογικοποίηση της σκέψης του ανθρώπου. Μιας βαθύτερης δηλαδή διαδικασίας   στις αντιλήψεις, στις συμπεριφορές οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν μια αρχή από την παιδική κιόλας ηλικία για βαθύτερους μετασχηματισμούς στη σκέψη και την πράξη. Η οικολογικοποιημένη σκέψη προτείνει ένα πολύπλοκο παράδειγμα, όπου η αυτονομία του όντος, το οποίο νοείται ως αυτο-οικο-οργανωμένη ύπαρξη είναι αξεχώριστη από τις εξαρτήσεις που υπόκειται (Morin, 1990, σ. 9). Αντίθετα η αντιμετώπιση των προβλημάτων επιτυγχάνεται στα πλαίσια της διαχείρισης, της διατήρησης του υπάρχοντος τύπου ανάπτυξης και της απλής, παθητικής μάλλον ευαισθητοποίησης.

Και εδώ βέβαια τα οικολογικά κινήματα θα είχαν το λόγο αν συμμετείχαν ουσιαστικά. Γενικά το μοντέλο του κινήματος που σκιαγραφείται στα βιβλία, ταυτίζεται με τη συλλογιστική του σημερινού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης. Οι διεκδικήσεις είναι διαχειριστικού τύπου και περιορίζονται στα στενά τοπικά αιτήματα. Δεν παρουσιάζεται εκείνη η μορφή της πολιτικής και κοινωνικής οικολογίας με τους ρεαλιστικούς και οικουμενικούς στόχους. Μόνο μία φορά εμφανίζεται ένα κίνημα προσανατολισμένο στο κοινωνικό πρόβλημα σε συνάρτηση με τα ευρύτερα και τα παγκόσμια ζητήματα.  Χαρακτηριστική η εικόνα των παιδιών στο βιβλίο Οι κατσαρίδες ποτέ δεν πεθαίνουν  του Γ. Νεγρεπόντη που αμφισβητώντας τα θεσμικά μοντέλα εξουσίας συνεργάζονται ώστε στη βάση των κοινωνικών προβλημάτων να αφυπνίσουν τους ανθρώπους. Σημειώνει ο Καστοριάδης: «Το οικολογικό κίνημα παλεύει για την αυτονομία της κοινωνίας και με τα ζητήματα που ανακινεί υπερβαίνει το συγκεκριμένο ζήτημα του κινήματος και εμπλέκει δυνητικά όλο το πολιτικό και όλο το κοινωνικό πρόβλημα» (Καστοριάδης - Κον Μπεντίτ, 1992, σ. 11 κ. ε.).

Στα βιβλία αυτής της θεματικής είναι έντονη η παρουσία του σχολείου. «Ασκείται» βέβαια, κριτική στη νοησιαρχική του κατεύθυνση, αλλά οι αντιλήψεις που διέπουν το σχολικό μηχανισμό συνθέτουν ένα κράμα απόψεων  Παραδοσιακής και Νέας Αγωγής, παρόμοιο με αυτό που επικρατεί. Απουσιάζουν οι αλληλομετασχηματιστικές σχέσεις που έχει ανάγκη το σύγχρονο σχολείο. Έτσι, θα λέγαμε ότι το πλαίσιο οικολογικής ευαισθητοποίησης   των βιβλίων (διδακτικές ομιλίες του δασκάλου, ευαισθητοποίηση στα πλαίσια της δεντροφύτευσης) συνάδει περισσότερο με τους στόχους μιας μάλλον γνωσιοκεντρικής περιβαλλοντικής εκπαίδευσης  αυτής που εν πολλοίς σήμερα ισχύει και όχι με ένα ολιστικό πνεύμα μιας ουσιαστικής περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Οι λίγες περιπτώσεις  (μάθημα στη φύση, ομαδικές επισκέψεις σε περιβαλλοντικά κέντρα, αποτελεσματική διεκδίκηση), όπου εμφανίζεται ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία,  με ένα δάσκαλο εμψυχωτή και με σχετικά αυτόνομες διαθέσεις ή ένα «ουτοπικό» σχολείο με ορίζουσες μιας μετασχηματιστικής συλλογιστικής, είναι αξιοσημείωτες και μολονότι εντάσσονται σε τεχνοκεντρικά πλαίσια  τουλάχιστο συνθέτουν προτάσεις ενός άλλου «οικολογικού» σχολείου.

Στη συνέχεια θα αναφερθώ και στην κατηγορία των θεμάτων που εντάσσονται στα πλαίσια του φυσικού-δασικού οικοσυστήματος:  

Η «κοινωνική οικολογία», σημειώνει Bookchin, «ριζοσπαστικοποιεί το περιβάλλον ή ακριβέστερα την κατανόηση των φυσικών φαινομένων, και προσπαθεί να αλλάξει τις θεμελιώδεις αντιλήψεις μας για το φυσικό κόσμο αμφισβητώντας  την εικόνα της φύσης όπως επικρατεί στην οικονομία της αγοράς» (Bookchin, 1985, σ. 5, και 1992, σ. 26). Επίσης αψηφά τη δυτική παράδοση για τη φύση η οποία απεικονίζεται ως «σκληρή, εκδικητική, φειδωλή» (Bookchin,  ό.π., σ. 19). Η εικόνα μιας εχθρικής φύσης αλλά και ιερής έχει τις ρίζες της σε αρχαίους πολιτισμούς (ό.π., σ. 19).  Αυτή η πραγματικότητα, της ανυπότακτης φύσης, λέει ο Bookchin, την οποία ο ορθολογικός άνθρωπος πρέπει τελικά να τιθασεύσει, έχει ανοίξει ένα χάσμα φυσικού και κοινωνικού κόσμου κι έχει δημιουργήσει ένα φάσμα δυϊσμών με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό του κόσμου της φύσης και της κοινωνίας (Bookchin, 1992, σ. 21). «Μας έχει δε κληροδοτήσει μια εξουσιαστική μορφή λογικής, επιστήμης και τεχνολογίας, τον κερματισμό της ανθρωπότητας σε ιεραρχίες, τάξεις, κρατικούς θεσμούς και έθνη» (ό.π. σ. 22).  Το γεγονός αυτό έχει ως επακόλουθο, μέσω της ελεύθερης αγοράς που στην ουσία ισχύει το δίκαιο του ισχυρότερου, την προβολή του ανθρώπινου ανταγωνισμού πάνω στη φύση. Τελικά, η ιδέα ότι η φύση είναι ιεραρχική είναι αποτέλεσμα μιας ανθρώπινης συνθήκης όπου η ιεραρχία και η υποταγή είναι αυτοσκοποί.  Εξάλλου «η ιεραρχία στην κοινωνία είναι θεσμικό και όχι βιολογικό φαινόμενο» (ό.π. σ. 41). Σε μια μη ιεραρχική κοινωνία, αναφέρει ο Bookchin, όπου δε θα υπάρχει αντιπαλότητα, νέες κοινότητες ανθρώπινης κλίμακας θα προσαρμόζονται στα φυσικά οικοσυστήματα και «θα διασφαλίζουν μια νέα, ελευθεριακή, αποκεντρωμένη, αυτοδιαχειριζόμενη δημόσια σφαίρα με νέες μορφές ατομικότητας και αμεσοδημοκρατικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης» (Bookchin, 1992, σ. 55, 1993, σσ.137-181).

 Στα λογοτεχνικά βιβλία σκιαγραφείται ένα πλαίσιο όπου η ιεραρχία στα ζώα μέσω της αναπαραγωγής στερεότυπων συναντάται συχνά. Ο λύκος είναι κακός ή και άκριτα καλός, το λιοντάρι βασιλιάς, ο γάιδαρος υπομονετικός, η κουκουβάγια σοφή, το περιστέρι και το πρόβατο αθώα κι η αλεπού πονηρή. Μα αν τα στερεότυπα επιτελούσαν κάποτε κοινωνικοποιητικές λειτουργίες γιατί εξέφραζαν βιωμένες κοινωνικές πραγματικότητες (Μερακλής, 1987, 15), προς τι η σημερινή «άσκοπη» κατάχρησή τους. Δεν εννοούμε την «κατάργησή» τους αλλά την εμβάπτισή τους σε σύγχρονα δεδομένα. Γιατί, αλήθεια, πώς θα πεις στο παιδί ότι ο λύκος είναι «κακός» αφού ο λύκος είναι απαραίτητος για τη διατήρηση των οικοσυστημάτων;  

Επίσης η ιερότητα της φύσης με καταβολές στην εκκλησιαστική παράδοση αποτυπώνεται σε αρκετά κείμενα. Ακόμη και οι νεράιδες και άλλα μυθολογικά πλάσματα που πρωταγωνιστούν στα βιβλία, συχνά εκφράζουν τεχνοκεντρικές ιδέες και μια ηθική με αμοιβές και τιμωρίες, ξένη προς την εξέλιξη των  οικοσυστημάτων.

Γενικά στα περισσότερα βιβλία παρουσιάζεται μια φύση που εκδικείται τον άνθρωπο: ο άνθρωπος αποκομμένος από αυτή διακατέχεται από ένα πνεύμα χρησιμοθηρίας. Το δάσος είναι ωφέλιμο γιατί μας δίνει τα ξύλα, μας δίνει και το οξυγόνο και τη σκιά του. Αλλά και τα ζώα τα «προσέχουμε» μόνο στο βαθμό που μας ωφελούν. Ποιος στ’ αλήθεια θα μιλούσε για τη μέλισσα αν δεν μας έδινε το μέλι; Ή το μυρμήγκι, αν δεν το παρουσιάζαμε ως πρότυπο αποταμίευσης;  Επίσης δύσκολα ανιχνεύονται εικόνες που να αποτυπώνουν αιτήματα για αλλαγή των σχέσεων ανθρώπου-φύσης ή ακόμη περισσότερο για αιτήματα κοινωνικής οργάνωσης, σχέσεων κλπ. Η ουσιαστική οικολογική ευαισθητοποίηση που εμπεριέχει τον ισότιμο σεβασμό απέναντι στη φύση, προς την κατεύθυνση της οικολογικοποίησης της σκέψης, είναι μια βαθιά διαδικασία που μάλλον δεν  «ευνοείται» από τα  κείμενα.  Κι αν αποτυπώνονται τα προβλήματα σε μεγάλο βαθμό, για παράδειγμα το κάψιμο των δασών, δεν αντιμετωπίζονται ως βαθύτερα κοινωνικά ζητήματα. Σε ορισμένα κείμενα αναφέρονται απλά ότι υπαίτιοι είναι οι εμπρηστές  ή η οικοπεδοποίηση. Η βαθύτερη όμως αιτία που συνδέεται με την εκμετάλλευση, την ιδιοκτησία και την απόκτησή της, τη σύνδεσή της με το κοινωνικό πρόβλημα ελάχιστες φορές σημειώνεται ή υπονοείται. 

Την τελευταία δεκαπενταετία, περίπου, έχουν κυκλοφορήσει μερικά βιβλία τα οποία σε ένα ικανοποιητικό βαθμό λειτουργούν σε πιο οικοκεντρικά πλαίσια ιδίως σε αυτό της ανατροπής των στερεότυπων. Μια …«καλή» περίπτωση άγριου λύκου είναι η ακόλουθη: στο βιβλίο Λαμπερά αγκάθια του Γ. Μπόντη, όπου άνθρωποι καταστρέφουν ένα δάσος για να περάσουν ένα δρόμο, τα ζώα συσπειρώνονται για να το αποτρέψουν. Ο λύκος  λέει στο λαγό: «Πρόσεξε, τώρα συνεργαζόμαστε, σε λίγο θα πεινάσω και τρέξε, θα σε κυνηγήσω». Ο συγγραφέας από τη μια πλευρά χρησιμοποιεί το λύκο και όλα τα ζώα για ένα σκοπό (συνεργασία-σωτηρία δάσους), αλλά από την άλλη πλευρά επισημαίνει τη φυσική (άγρια) πλευρά του. Αναφέρει ο Bookchin ότι η φύση,  δεν έχει ανθρωποκεντρικές αξίες, ούτε είναι ηθική, αλλά «αποτελεί έναν κόσμο συμμετοχής και αλληλεπίδρασης των μορφών της ζωής που οι πλέον ξεχωριστές του ιδιότητες είναι η γονιμότητα, η δημιουργικότητα, η σκοπιμότητα. Έναν κόσμο που τον χαρακτηρίζει η συμπληρωματικότητα και αποτελεί το υπόβαθρο για μια ηθική της ελευθερίας περισσότερο, παρά της κυριαρχίας» (Bookchin, 1992, σσ. 26-27). Οι μορφές ζωής των οικοσυστημάτων δεν προσδιορίζονται από αντίπαλες ή ανταγωνιστικές σχέσεις, όπως υποστηρίζει η δαρβίνεια  «ορθοδοξία» αλλά κύρια μέσα από χαρακτηριστικά αμοιβαιότητας και συνεργασίας, αλληλεξάρτησης και αυτονομίας μέσα από την εξάρτηση. Να πώς από τέτοιες προσεγγίσεις, μπορεί να σηματοδοτηθεί για το σύγχρονο σχολείο μια Παιδαγωγική της Ειρήνης. Από αρκετά βιβλία ύστερα από κριτική ανάγνωση και πιθανές δραστηριότητες με τους μαθητές, μπορούν να αναδυθούν στοιχεία αυτής της παιδαγωγικής. Πρόκειται για κείμενα (συμπεριλαμβάνονται και αυτά της περιόδου ως το 1990), που έστω αποσπασματικά, αποπνέουν μια Παιδαγωγική  της Ειρήνης η οποία μπορεί να έχει στο εσωτερικό  της μια άλλη Παιδαγωγική αυτή της Ελευθερίας, για να θυμηθούμε έναν μεγάλο της παιδαγωγικής σκέψης: τον Πάολο Φρέιρε.  

Άλλες εικόνες που «ανασκευάζουν» προς το καλύτερο και εξελίσσουν ποιοτικά τη σύγχρονη εικόνα της παιδικής λογοτεχνίας ανιχνεύονται σε ορισμένα βιβλία. Μερικά από αυτά είναι: της Λότης Πέτροβιτς- Ανδρουτσοπούλου (Το χελιδόνι και η πεταλούδα) όπου περιγράφεται με σκεπτικισμό ο υπάρχων τύπος ανάπτυξης σε ένα πλαίσιο αμοιβαιότητας των όντων, συνεργασίας και αλληλεξάρτησης ή της Μ. Λοΐζου στην ιστορία Η πεταλούδα που δεν κράτησε την υπόσχεσή της όπου με έναν ρεαλιστικό τρόπο υπογραμμίζεται κοινωνικά η οικολογική ισορροπία  και ο σύγχρονος  αποξενωτικός τρόπος ζωής. Επίσης στο μυθιστόρημα του Πέτρου Σπεντζή Εκεί που κυνηγάνε οι λύκοι, δίχως να παραποιείται η φύση και η «αποστολή» κάθε ζώου, εκφράζονται εκείνες οι πράξεις και τα συναισθήματα τα οποία κατάλληλα επεξεργασμένα από τον αναγνώστη προβάλλονται «διαπαιδαγωγητικά» στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Ο συγγραφέας περιγράφει τη ζωή στο οικοσύστημα επίσης σε δύο επίπεδα: το ένα είναι το ρεαλιστικό, η ζωή στη φύση, δηλαδή με ζώα πρωταγωνιστές που κρατούν τα βιολογικά τους χαρακτηριστικά. Το άλλο επίπεδο «των ανθρώπινων σχέσεων», παρουσιάζει τα ζώα να εμφανίζουν χαρακτηριστικά ανθρώπου δίχως όμως να απομακρύνονται από τα δικά τους. Η μεταφορά της συλλογιστικής δηλαδή του δασικού οικοσυστήματος με τις βιοκοινωνίες του στο συγκεκριμένο βιβλίο γίνεται με κριτικό τρόπο και όχι επιφανειακά και αβασάνιστα . δεδομένου ότι η φύση δεν έχει ηθική, αλλά λειτουργίες που της εξασφαλίζουν την εξέλιξη και το μετασχηματισμό. Γι’ αυτό το λόγο πιστεύω ότι χρειάζεται κατάλληλη επεξεργασία στη συσχέτιση αξιών του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.

Το βιβλίο της Τζέμης Τασάκου Η μοναχική φώκια και το παλτό της κυρίας προέδρου αναδεικνύει την καταστροφή της θάλασσας σε σχέση με τον υπάρχοντα τύπο Ανάπτυξης. Πρόκειται για μια ιστορία με οικολογικά και πολιτισμικά μηνύματα η οποία με έμμεσο τρόπο θίγει θέματα όπως η διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, ο καταναλωτισμός και κυρίως η σύνδεση του οικολογικού με το οικονομικό και παράλληλα με το κοινωνικό πρόβλημα. Παρόμοια και στο μυθιστόρημα του Χάρη Σακελλαρίου Ο θυμός του Ποσειδώνα αναδεικνύονται οικολογικά προβλήματα κυρίως όμως η σύνδεση του οικολογικού με το κοινωνικό πρόβλημα μέσα από τη σύγκρουση του σημερινού τύπου οικονομικής ανάπτυξης με παραδοσιακές μορφές και αντιλήψεις Προτάσσεται η ανάγκη για εξεύρεση μιας άλλης κοσμοθεωρητικής βάσης όπου ο βαθιά συνειδητοποιημένος άνθρωπος απαλλαγμένος από την ιδεολογία της κατανάλωσης θα επινοήσει τις κατάλληλες βιώσιμες λύσεις. Δεν προτείνονται λύσεις τεχνοκεντρικού περιεχομένου (π.χ. μεταφορά του εργοστασίου μακριά από κατοικημένες περιοχές), αλλά λύσεις που παραπέμπουν στην κριτική αναζήτηση μιας άλλης συλλογιστικής, ενός άλλου τύπου Ανάπτυξης που δεν θα γεννάει οικολογικά προβλήματα και όπου όλα θα πηγάζουν από την ουσιαστική συνεργασία ανθρώπου-φύσης.

Επίσης μια ενδιαφέρουσα ιστορία είναι Το δάσος του Φάρδιγκ, του Κ. Ντανν. Τα ζώα μεταναστεύουν. Η διαδρομή τους είναι ένας αγώνας επιβίωσης αλλά και μια ανατροπή παραδομένων αντιλήψεων  για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ζώου. Υπάρχει η επίγνωση της κατάστασης κι η προσπάθεια υπέρβασής της όπου ο καθένας προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του στα κοινά σχέδια. Πρόκειται για κείμενα   των οποίων η ιδεολογία είναι συνυφασμένη με  την αντίληψη που έχει η «κοινωνική οικολογία» για την εξέλιξη, όπου «βρίσκεται κρυμμένο το προαναφερόμενο μήνυμα ελευθερίας της   ποικιλομορφίας που παράγεται από τη φυσική εξέλιξη, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση νέων κοινωνικών όρων» (Bookchin, 1992, σ. 53).

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και τα βιβλία: του Χρήστου Μπουλώτη Η χελώνα Καρέτα-Καρέτα και το παλιό Φολξβάγκεν.  Η διατήρηση της ζωής και της φύσης, η φροντίδα και η ενεργητική διαφύλαξη της φύσης, η ανακύκλωση καθώς και άλλες οικολογικές δραστηριότητες εντάσσονται σε ένα πλαίσιο συναισθηματικού ρεαλισμού που εξάγεται έμμεσα από τη βαθιά γνώση της οικολογικής πραγματικότητας. Επίσης στο βιβλίο του Ζαχαρία Σακκή Τι ωραίος που είναι ο κόσμος δίχως να υποβαθμίζονται οι ζοφερές εικόνες του σημερινού οικολογικού αδιεξόδου,  ανασυνθέτονται   εικόνες ενός κόσμου ευτυχισμένου, που ενδεχομένως να χάνεται, όχι όμως στη σκέψη του παιδιούπρωταγωνιστή το οποίο με τη συνεργεία ανθρωπομορφικών στοιχείων της φύσης «κατασκευάζει» μια «πολιτεία» αυτή της πραγματικότητας και των αισθήσεων που μπορεί μέσα από τη γνώση και την καθαρή ματιά να είναι ο κόσμος της αληθινής ομορφιάς, η ουτοπική, η αληθινή πολιτεία του καθενός.  Ακόμη τα βιβλία: Το μαύρο σύννεφο της Δέσποινας Στίκα  όπου οι εναγώνιες κραυγές των σύννεφων, των φυτών και των παιδιών ευρισκόμενες σε μια πλήρη συμφωνία, όταν ένα νέφος διασάλευσε το οικολογικό περιβάλλον, έφεραν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. και του Μπάμπη Δερμιτζάκη Ο χορός της ζωής όπου  με έντονο ρεαλισμό αναφέρεται σε καίρια οικολογικά θέματα. Μερικά από αυτά είναι  η ισορροπία της φύσης, η εξαφάνιση των ειδών και άλλα, όχι τόσο συνηθισμένα για την παιδική λογοτεχνία, όπως ο υπερπληθυσμός, η πυρηνική απειλή και ακόμη η κλωνοποίηση αλλά  και διαπολιτισμικά θέματα όπως ο ρατσισμός μέσα από την ενότητα στη διαφορά που ισχύει στη φύση. Στην ιστορία δε της Γαλάτειας Γρηγοριάδου Σουρέλη Κι ο κόσμος ήρθε τα πάνω κάτω για ν’ αλλάξουν τον κόσμο τα ζώα ενός δάσους αποφάσισαν το καθένα να κάνει διαφορετικές δουλειές από τις συνηθισμένες. Κατάλαβαν όμως ότι το καθένα είναι για συγκεκριμένη δουλειά. Όπου ετάχθη δηλαδή από τη φύση και την οικονομία της. 

            Η «ενότητα στη διαφορά» είναι μια θεμελιώδης επισήμανση της «κοινωνικής οικολογίας» η οποία συνάδει και με τη σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα. Πρόκειται για έννοια που πηγάζει από την πολυπλοκότητα των αλληλεπιδράσεων που παρατηρείται στα οικοσυστήματα.  (Bookchin,  1992, σ. 30).

Στα περισσότερα βιβλία το φυσικό οικοσύστημα εμφανίζεται ως μια ιδανική εικονογραφία όπου ο άνθρωπος πρέπει να το προστατεύει για να διατηρηθεί ο ίδιος στη ζωή. Η αλληλεξάρτηση κι η αλληλοβοήθεια, η συνεργασία διαφορετικών βιοκοινωνιών, η αυτονομία μέσα από την εξάρτηση, η αυτοοικοοργάνωση είναι έννοιες που μπορεί να αγγίζονται, αλλά δεν χρησιμοποιούνται λειτουργικά ούτε εμβαθύνονται στα δρώμενα. Στο βιβλίο  της Μ. Παπαθανασοπούλου Γιατί να είμαι ασβός;   ο ασβός δεν είναι αποδεκτός από τα άλλα ζώα. Κάνει τα πάντα για να τα πλησιάσει. Μάταια μεταμφιέζεται σε αλεπού, σε λαγό. Τελικά γνωρίζει μια ασβίνα και κάνει παρέα. Αν η συγκεκριμένη ιστορία προβληθεί στο ανθρωπογενές περιβάλλον τότε σημαίνει απόρριψη του διαφορετικού και απομόνωση στο μονοπολιτισμικό πλαίσιο. Ή το αντίθετο: είναι συχνό το φαινόμενο όπου κάποιος για να είναι αποδεκτός πρέπει να κάνει κάποιο κατόρθωμα. Ένα «καλό» παράδειγμα είναι ο  Έλμερ ο ελέφαντας του Ντέηβιντ Μακ Κι. Πολύχρωμος και διαφορετικός από τους άλλους παρόλο που ήταν αποδεκτός δεν του άρεσε. Βάφτηκε με βατόμουρα αλλά η βροχή τον πρόδωσε. Όλοι γέλασαν και πρότειναν από την επόμενη χρονιά να γιορτάζουν την «Ημέρα του Έλμερ» κι ο Έλμερ να βάφεται όπως οι άλλοι κι οι άλλοι όπως ο Έλμερ. Και μια άλλη περίπτωση: Στο βιβλίο  Το Χαρούμενο λιβάδι της Φ. Νικολούδη ένα ολόκληρο λιβάδι με μαργαρίτες αποδέχτηκε μια κόκκινη παπαρούνα που φύτρωσε ανάμεσά τους.    

Από παρόμοια βιβλία και από άλλα συναφή που περιέχουν εικόνες μετανάστευσης πουλιών από το ένα οικοσύστημα στο άλλο, θα μπορούσε ο μαθητής να δεχτεί δημιουργικά τη μετανάστευση  στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Να μια άλλη μεγάλη δυνατότητα που προσφέρεται ανεξάρτητα από τα θετικά ή τα αρνητικά των βιβλίων για το σύγχρονο σχολείο της πολυπολιτισμικής πραγματικότητας.

Πολλά θα είχαμε ακόμη να πούμε και για άλλα ευρήματα που αποτυπώνονται στα συγκεκριμένα βιβλία. Για τις γνώσεις που προσφέρονται και οι οποίες επισκιάζουν πολλά κείμενα και δρουν σε βάρος της αισθητικής απόλαυσής τους που είναι και η κύρια αποστολή της λογοτεχνικής ανάγνωσης, για το ρόλο της πολιτείας κ.λπ..  Πάντως οι  δυνατότητες που ανοίγονται  σχετικά με τη  μαθησιακή διαδικασία οι οποίες θα μπορούσαν κατάλληλα επεξεργασμένες να χρησιμοποιηθούν στη σχολική πραγματικότητα ήδη διαφάνηκαν. Μια παιδαγωγική της συνεργασίας και της Ελευθερίας και μια παιδαγωγική της Ειρήνης όπως προαναφέρθηκε, που θα μπορούσαν να αναδυθούν ως αποτέλεσμα κριτικής ανάγνωσης με τους μαθητές μας από κείμενα της  περιβαλλοντικής θεματολογίας έχουν ως βάση την αλήθεια σε όλα τα επίπεδα. Το γιατί καίγονται τα δάση είναι ανάγκη το παιδί να το μάθει. Επίσης, και γιατί, ένα διαφορετικό λουλούδι μπορεί θαυμάσια να συμβιώσει με τα άλλα και να τα εμπλουτίσει. Κι η οικολογική αλήθεια, άρρηκτα δεμένη με τα κοινωνικά ζητήματα και προβλήματα και με άλλα θέματα και στο μικροεπίπεδο της τάξης είναι απαραίτητο να είναι το μέλημα του δασκάλου. Επειδή αν δεν τα δούμε έτσι προς την κατεύθυνση, μάλλον ενός σχολείου οικολογικού-διαπολιτισμικού, υπάρχει ο κίνδυνος, και στο ποσοστό που μας αναλογεί, το δίστιχο του ποιητή  P. Bourdè του 19ου αι. «Γαλάζιο να  ένα παρακμιακό χρώμα για το δάσος», μεταφερμένο τραγικά στην πραγματικότητα να εγκατασταθεί ως ζοφερή και γκρίζα αλήθεια, αφού ήδη στη θέση των δέντρων πλέον ορθώνονται καμινάδες εργοστασίων ή επαύλεις και συγκροτήματα. 

Καταληκτικά: από τη μελέτη βιβλίων, της σύγχρονης λογοτεχνίας για παιδιά, με περιβαλλοντικά προβλήματα, κυρίως μετά τη δεκαετία του 1990, σε ορισμένα από αυτά διαπιστώνονται εξελικτικά ποιοτικότερες τάσεις στα πλαίσια της οικοκεντρικής συλλογιστικής, από ό, τι στα βιβλία της ίδιας θεματικής της προηγούμενης περιόδου (1975-1990). Ο δάσκαλος, η δασκάλα, χρησιμοποιώντας βιβλία της συγκεκριμένης θεματικής εννοείται και των δύο περιόδων, μπορούν μια τέτοια «πραγματικότητα» να την αξιοποιήσουν  δημιουργικά, με κατάλληλο χειρισμό (κριτική συζήτηση, δραστηριότητες με τα κείμενα) ως τμήμα της συνθετότερης και σε άλλα επίπεδα δράσης τους και μέσα από το  πλαίσιο της δημιουργίας ενός εν εξελίξει κριτικού αναγνώστη σε μια κοινότητα αναγνωστών στο χώρο του σχολείου. Αν τώρα ευνοούνται από τα επίσημα ωρολόγια προγράμματα και την απαξίωση που αυτά επιφυλάσσουν στη  λογοτεχνία, αποτελεί θέμα άλλης συζήτησης.

 

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ

ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΣΤΗΡΙΧΤΗΚΕ Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ

Bookchin, M. The Philosophy of Social Ecology. Essays on Dialectical Naturalism.

Montreal, Black Rose Books, 1990

Γεωργόπουλος, Α. Περιβαλλοντική ηθική.. Αθήνα, Gutenberg, 2002

Gramsi, Α. Λογοτεχνία και εθνική ζωή. Μετ. Χρ. Μαστραντώνης. Αθήνα,

                      Στοχαστής, 1971, τόμ. Ε΄

Γρόλλιος, Γ. Ο Paulo Freire και το αναλυτικό πρόγραμμα. Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 

     2005.

Καραμπελιάς, Γ. (Επιμέλεια). Η οικολογικοποίηση της σκέψης. Αθήνα, Εναλλακτικές 

                        εκδόσεις Κομμούνα., 1990

Καρασμάνης, Β. «Το πρόβλημα των αξιών στην Οικολογία», περ. Νέα Οικολογία

                       αριθ. τ. 73, 1990, σσ. 56-60

Καστοριάδης, Κ. Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Μετ. Σ. Χαλικιάς κ.ά.

Αθήνα, Ράππας-Κέδρος, 1989

Καστοριάδης, Κ. – Κον Μπεντίτ, Ντ. Από την Οικολογία στην Αυτονομία. Μετ. Ά.

Σταύρου. Αθήνα, Ράππας-Κέδρος, 1992

Κουρουζίδης, Σ. κ.ά., Η πολιτική οικολογία στην Ελλάδα, Ευώνυμος Οικολογική

                          Βιβλιοθήκη, 2006 

Marcuze, H. Η τέχνη, μορφή της πραγματικότητας. Μετ. Στ. Μπεκατώρος. Αθήνα,

                   Γλάρος, 1983

Μερακλής, Μ, Γ. «Το Παιδικό Λογοτεχνικό Βιβλίο. Έργο Τέχνης; Μέσο Αγωγής;»,

                   στο: ΚΕΠΒ (Κύκλος Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου): Εισηγήσεις

                   Α΄ Σεμιναρίου). Το Παιδικό Λογοτεχνικό Βιβλίο. Έργο Τέχνης; Μέσο

                   αγωγής; Αθήνα, Πατάκης, 1987, σσ. 15-27

Μορέν, Ε. κ.ά. «Η οικολογικοποίηση της σκέψης». Επιμέλεια: Καραμπελιάς, Γ.,   

                  Αθήνα, Εναλλακτικές  εκδόσεις Κομμούνα., 1990

Bookchin, Μ. Τι είναι Κοινωνική Οικολογία. Μετ. Μ. Κορακιανίτης. Αθήνα,

Βιβλιόπολις, 1992

Bookchin, Μ. Η ριζοσπαστικοποίηση της φύσης. Μετ. Θ. Μιχαήλ, Αθήνα,

Ελεύθερος Τύπος, 1985

Bookchin, Μ. Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία. Μετ. Τ. Κυπριανίδης, Αθήνα,

          Εξάντας, 1993

Bookchin, Μ. – Ρόμπερτς, Α. Η οικολογία και η επαναστατική σκέψη. Μετ. Ν. Β.

Αλεξίου. Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος, χ.χ.

Μοδινός, Μ. –   Ευθυμιόπουλος, Η. (Επιμέλεια). Η φύση στην Οικολογία.

                         Αθήνα, Στοχαστής/ΔΙΠΕ, 1999

Morin, E. Η οικολογικοποιημένη σκέψη. Η πρόκληση της πολυπλοκότητας. Μετ. Μ.

Καραχάλιος. Αθήνα, Γ.Γ.Ν.Γ., 1990

Morin, E. La Methode. 2. La vie de la Vie. Paris, Seuil, 1980

O’ Riordan, T. Environmetalism. London, Ρion, 1981

Φλογαΐτη, Ε. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Αθήνα, Ελληνικές Πανεπιστημιακές   

                  Εκδόσεις, 1993

Φλογαΐτη, Ε. «Περί Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης: προσεγγίσεις, αντιπαραθέσεις»,

                       στο: Ιατρού, Γ. Δ.. – Μαρδίρης, Θ. Α. (Επιμέλεια). Οικολογία –

                       Κοινωνία – Εκπαίδευση. Πραγματικότητα και προοπτικές στην Ελλάδα.

                       Αθήνα, Νέα Σύνορα-Α. Α. Λιβάνης, 1996, σσ. 95-112

 Freire, P. The politics of Education. Culture, Power and Liberation. Transl. D. P.

     MacedoPraiger/Greenwood, 1985.
 


[1] Σύμφωνα με τον Ε. Morin, μετά τη δεκαετία του ’60, όπου είχε πραγματοποιηθεί η συνάντηση οικολογικής συνείδησης και ρομαντικής αντίληψης για τη φύση, η οικολογική συνείδηση εμφανίζεται σαν «αποκαλυψιακή» προφητεία που θεωρούσε ότι η βιομηχανική επανάσταση οδηγεί τον κόσμο στην καταστροφή. Προφανώς είχε στηριχτεί στα συμπεράσματα της έκθεσης Meadows, η οποία είχε συνταχτεί για λογαριασμό της Λέσχης της Ρώμης (1972). Αν και τα συμπεράσματα για το μέλλον του πλανήτη ήταν άκρως ανησυχητικά, η πρώτη προσπάθεια συνεκτίμησης της σχέσης ανθρώπου και φύσης έγινε με υποτυπώδεις μεθόδους. Μετά τη δεκαετία του ’70, ο κόσμος έχει ως ένα βαθμό ευαισθητοποιηθεί σε θέματα περιβάλλοντος με αποτέλεσμα να θεσπιστούν και να ληφθούν μέτρα που μείωσαν τον καταστροφικό χαρακτήρα της «προφητείας», η οποία επιβεβαιώθηκε όμως αργότερα με τα ατυχήματα του Τσέρνομπιλ και του Σεβέζο (Morin, 1990, σσ. 4-5) αλλά και από τα σύγχρονα  οικολογικά αδιέξοδα στη θάλασσα, στην ξηρά και στον αέρα (λιώσιμο πάγων, ερημοποίηση, ακραία καιρικά φαινόμενα  κ.ά.).

[2] Βλ. Παπαδάτος, Γ.Σ. Τα περιβαλλοντικά προβλήματα στην ελληνική παιδική πεζογραφία (1975-1990). Κοινωνιοπαιδαγωγική - Λογοτεχνική εξέταση. Διδακτορική Διατριβή. Αθήνα, Π.Τ.Δ.Ε. Πανεπιστημίου Αθηνών, Τομέας Ανθρωπιστικών Σπουδών, 2003.

[3] Οι αναφορές στη συγκεκριμένη περίοδο εννοείται ότι δεν αναφέρονται στο σύνολο των βιβλίων της συγκεκριμένης θεματικής, αλλά σε ορισμένα που συγκεντρώνουν εξελικτικές ποιοτικές τάσεις στο περιεχόμενο.

[4] Οι ουτοπικές πολιτείες από γυαλί «συναντώνται» συχνά σε βιβλία της επιστημονικής φαντασίας. 


ΕπιστροφήΕπιστροφή

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠεριεχόμεναΠεριεχόμενα