ΙΡΑΚ: Ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο

του Γιώργου Γαλάνη

 

Η ανθρωπότητα βρέθηκε πολλές φορές ανάμεσα στον πολιτισμό και τη βαρβαρότητα, αλλά δεν επέλεξε μονόδρομη πορεία προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Άλλωστε αυτοί οι δυο δρόμοι τέμνονται. Σήμερα όμως είναι η πρώτη φορά που ο κυρίαρχος του πλανήτη ασπάζεται απόλυτα τη βαρβαρότητα. Γιατί, δεν έχει υπάρξει πιο απροσχημάτιστος πόλεμος απ’ αυτόν που πρόκειται να ξεσπάσει στο Ιράκ. Γιατί άραγε;

Ερμηνείες που στηρίζονται στην έλλειψη ευφυΐας του προέδρου των ΗΠΑ, στη σχέση του Ιρακινού καθεστώτος με την τρομοκρατία, στην κατοχή όπλων μαζικής καταστροφής (βλ. πύραυλοι που υπερβαίνουν κατά …. 20χλμ(!) το επιτρεπόμενο βεληνεκές) ή στο δημοκρατικό έλλειμμα του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεϊν, είναι δύσκολο να πείσουν ακόμα και τους «καθ’ έξιν» θαμώνες των αμερικανικών Μακ Ντόναλντς.

Πάντως, για τον υποψιασμένο παρατηρητή, οι αιτίες του επικείμενου πολέμου συνδέονται αβίαστα με τα κοιτάσματα πετρελαίου του Ιράκ και τα συμφέροντα των εταιρειών πετρελαίου, τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, το λαχάνιασμα της διεθνούς οικονομίας και την αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη στην περιοχή.

Η αλήθεια των συμφερόντων

Ίσως δεν είναι ευρέως γνωστό ότι στο υπέδαφος του Ιράκ βρίσκονται 112 δις. βαρέλια αργού πετρελαίου, το 11% των παγκόσμια γνωστών αποθεμάτων. Πρόκειται για πάμφθηνο πετρέλαιο, αφού το κόστος εξόρυξής του είναι κάτω από 1δολ/βαρέλι, ενώ στην Κασπία ανέρχεται σε 7 δολ/βαρέλι και στη Βόρεια θάλασσα υπερβαίνει τα 15 δολ.

Υπολογίζεται ότι σε μια 10ετία, με την εκμετάλλευση των νέων κοιτασμάτων, η παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ θα φθάσει τα 6 εκ. βαρέλια την ημέρα. Γίνεται φανερό ότι μια τέτοια προοπτική «ερεθίζει» έντονα τις αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου, που έχουν χάσει έδαφος σε σχέση με τις ευρωπαϊκές και εποφθαλμιούν τα εν λόγω κοιτάσματα. 

«Πίσω από το Αφγανιστάν, ο πειρασμός του Ιράκ» έγραψε η Μοντ τον Οκτώβρη του 2001. Πράγματι, οι ΗΠΑ θέλουν τον έλεγχο των ιρακινών πετρελαίων σε εξευτελιστικές τιμές, πολλώ μάλλον που η κυβέρνηση της Βαγδάτης ανέπτυξε προνομιακές σχέσεις με πετρελαϊκές εταιρείες ευρωπαϊκών συμφερόντων. Χαρακτηριστική, μάλιστα, είναι η συμβολική, με έντονη ωστόσο πολιτική σημασία, διαπραγμάτευση της τιμής του πετρελαίου από την Ιρακινή κυβέρνηση σε ευρώ και όχι σε δολάρια. 

Στην παραπάνω κατεύθυνση οι ΗΠΑ με όπλα κυρίως το εμπάργκο και την υποδαύλιση των εσωτερικών συγκρούσεων (βλ. προσπάθεια εκμετάλλευσης του αγώνα του κουρδικού λαού για εθνική ανεξαρτησία, την αντίθεση Σιϊτών – Σουνιτών κλπ. ) οδηγούν εδώ και μια 10ετία το Ιράκ σε μια διαδικασία σταδιακής αποσύνθεσης με στόχο την κατάρρευση του καθεστώτος Σαντάμ και τη μετατροπή της χώρας σε εξαθλιωμένη, τριτοκοσμική, χώρα απέραντης μιζέριας, ανίκανη να διαδραματίσει σοβαρό διεθνή ρόλο.

Ιδανική λύση για τις ΗΠΑ θα ήταν η ανατροπή του Σαντάμ και η αντικατάστασή του από καθεστώς «κουίζλιγκς», η ακύρωση των συμβολαίων που έχουν υπογραφεί με τις ευρωπαϊκές εταιρείες και το ξαναμοίρασμα των πετρελαίων, φυσικά, υπέρ των αμερικανικών εταιρειών. Η αποτυχία επίτευξης αυτού του στόχου μέσω του σκληρού εμπάργκο, οδηγεί σήμερα κατευθείαν στη δύναμη των όπλων…. Ωστόσο αν και το εμπάργκο δεν είχε τα αναμενόμενα για τις ΗΠΑ αποτελέσματα, όμως τα σημάδια του είναι βαθιά και οδυνηρά χαραγμένα στο σώμα της Ιρακινής κοινωνίας.

Οι ανοιχτές πληγές του Ιράκ

Υπάρχει μια ημερομηνία που σχίζει σα μαχαίρι το χρόνο της σύγχρονης ιρακινής ιστορίας: το 1990, έτος έναρξης της επιβολής κυρώσεων από το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε, του γνωστού σε όλους εμπάργκο. 

Όποιον κάτοικο της Βαγδάτης και αν συναντήσει κανείς, από τον υψηλότατο αξιωματούχο μέχρι τον τελευταίο πολίτη, θα δει να ορίζει τη ζωή του με βάση αυτήν την αφετηρία: Π.Ε. (προ – εμπάργκο) – Μ.Ε. (μετά εμπάργκο). Κι αυτό όχι χωρίς λόγο, αφού οι επιπτώσεις είναι βαρύτατες.

Πεθαίνοντας στη Βαγδάτη

Στο παιδικό νοσοκομείο της Βαγδάτης η φρίκη αποκτά υπόσταση. Ακόμα και για τον αποφασισμένο να μη λυγίσει η επίσκεψη εκεί είναι γροθιά στο στομάχι. Εκατοντάδες παιδικές ψυχές θερίζονται από ασθένειες ρουτίνας όπως πνευμονία, μαύρος πυρετός, διάρροια κλπ. Οι τελευταίες θερμοκοιτίδες έφτασαν στο νοσοκομείο του…1996. Η λευχαιμία παρουσιάζει αλματώδη αύξηση 700% από το ’91 μέχρι σήμερα. Φαίνεται πως το απεμπλουτισμένο ουράνιο των αμερικανικών βομβών έκανε καλά τη δουλειά του.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το σύστημα υγείας του Ιράκ δεν αποτελούσε το πιο αδύνατο σημείο του καθεστώτος, καθώς διέθετε τόσο οργανωμένες υποδομές και δωρεάν περίθαλψη, όσο και γιατρούς υψηλού επιπέδου.

Σήμερα ο παιδικός πόνος είναι διάχυτος από την έλλειψη φαρμάκων και οι γιατροί καλούνται να αποφασίσουν ποιον θα αφήσουν να πεθάνει και ποιον θα επιλέξουν να ζήσει.

Το ειρωνικό παιχνίδι της ιστορίας είναι ότι όλα αυτά διαδραματίζονται σε ένα τόπο, τη Μεσοποταμία, όπου έχει ανακαλυφθεί στο παρελθόν πάνω από το 50% των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα στη Δύση. Κατά την περίοδο της ακμής του Ισλάμ (8ος-12ος αιώνας), η ιατρική γνώρισε ημέρες δόξας, καθώς φιλόσοφοι και επιστήμονες «υποχρεώνονταν» να την ασκήσουν προκειμένου να εξασφαλίσουν την εύνοια των Χαλίφηδων, αλλά και τα μέσα επιβίωσης τους.

Το σκληρό μάθημα των κυρώσεων

Η σχέση του ιρακινού λαού με τη μόρφωση ήταν από παλιά εξαιρετική. Όπως, εύστοχα έχει γραφτεί « Οι Αιγύπτιοι γράφουν, οι Λιβανέζοι εκδίδουν και οι Ιρακινοί διαβάζουν τα βιβλία». Συνήθεια, που δεν έχουν εγκαταλείψει ακόμα και σήμερα που κινούνται στη διελκυστίνδα μεταξύ κυρώσεων και πολέμου. Έτσι δεν είναι παράξενο που τα βιβλιοπωλεία της Βαγδάτης παρουσιάζουν μεγάλη κίνηση, έστω και αν το εμπόρευμα των βιβλίων είναι από δεύτερο, τρίτο ή τέταρτο χέρι. Εξάλλου είναι γνωστό πως το Ιράκ είχε στη 10ετία του ’80 το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο στον αραβικό κόσμο και τα περισσότερα διδακτορικά στον κόσμο, αναλογικά με τον πληθυσμό του. 

Μια βόλτα στα σημερινά σχολεία της Βαγδάτης σε πείθει πως όλα αυτά ανήκουν οριστικά σε άλλες εποχές. Το 40% των σχολικών κτιρίων καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των Αμερικανών. Η ανακατασκευή τους είναι μια δύσκολη υπόθεση σε περίοδο εμπάργκο. Σε κάθε τάξη στοιβάζονται 60-70 παιδιά. Τα παιδιά δεν έχουν τη «δυτική πολυτέλεια» να καίνε τα βιβλία στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, αφού απ’ αυτά θα μάθει γράμματα και η επόμενη και η μεθεπόμενη τάξη. Πριν το 1990 το σχολείο έδινε στα παιδιά το «κολατσιό τους»: γάλα, φρούτα. Σήμερα πολλά σχολεία δε θα λειτουργούσαν αν κάποιες πλούσιες οικογένειες δεν έδειχναν έμπρακτα τα φιλανθρωπικά τους αισθήματα. Ο εκπαιδευτικός πριν το 1990 αμειβόταν με περίπου 150 δολάρια το μήνα. Σήμερα μόνο με 4 δολάρια. Το άγχος του πολέμου κάνει ακόμα πιο αβάσταχτη τη γκρίζα σχολική ζωή.

Περιμένοντας τον πόλεμο

Στη Βαγδάτη ο πόλεμος είναι πανταχού παρών.

Υπάρχει ως παρελθόν, καθώς τα 20 τελευταία χρόνια οι Ιρακινοί βρίσκονται στη δίνη του πολέμου (Ιράν – Περσικός) και των επιπτώσεών του (εμπάργκο). Ελάχιστες οικογένειες δεν έχουν θρηνήσει θύματα και όσο και αν αποκαταστάθηκαν επαρκώς οι υλικές φθορές, όμως η φρίκη του πολέμου έχει φωλιάσει στις ψυχές και τη μνήμη των ανθρώπων και έχει αποτυπωθεί εύγλωττα στο βλέμμα τους.

Υπάρχει ως παρόν μέσα από τη πτώση του βιοτικού επιπέδου, την έλλειψη βασικών ειδών πρώτης ανάγκης, την ανεργία, τη φτώχεια, τον πληθωρισμό, την αγορά βασικών ειδών διατροφής με δελτίο, τον εξοπλισμό των πολιτών, τα σακιά άμμου – πρόχειρα οχυρά, την πολεμική προετοιμασία. Και πάνω απ’ όλα ο πόλεμος υπάρχει στο πρόσωπο του αναίτιου θανάτου που σε καιρό «ειρήνης» συναντά στη Βαγδάτη εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που πεθαίνουν από ελλείψεις.\ Κυρίως όμως ο πόλεμος υπάρχει ως μέλλον. Οι άνθρωποι στην Βαγδάτη φοβούνται. Όχι μόνο για τη ζωή τους και τη ζωή των δικών τους κατά τη διάρκεια του επερχόμενου πολέμου, αλλά περισσότερο γι’ αυτό που ξέρουν που θα ακολουθήσει τον πόλεμο.

Για όποιον γνωρίζει τι απόμεινε μετά από κάθε αμερικανική επέμβαση ( Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν) η σκέψη και μόνο της επόμενης ημέρας προκαλεί ρίγη. Η εξαθλίωση, η φτώχεια, η προσφυγιά, οι εμφύλιες διαμάχες, οι συγκρούσεις, η μαύρη αγορά ακολουθούν τις αμερικανικές επεμβάσεις όπου γης, όπως το καβούκι τη χελώνα.

Αυτός ακριβώς ο φόβος, σε συνδυασμό βέβαια με το άδικο του πολέμου, τρέφει τον εντονότατο αντιαμερικανισμό του Ιρακινού λαού. Στη Βαγδάτη θα συναντήσει κανείς από φανατικούς υποστηρικτές του καθεστώτος μέχρι σκληρότατους επικριτές του, ακόμα και αν φοβούνται να το δηλώσουν ανοιχτά. Μια όμως κατηγορία ανθρώπων αποκλείεται να συναντήσει: ανθρώπους που να έχουν πειστεί από τα αμερικάνικα επιχειρήματα, ότι τάχα ο πόλεμος έρχεται να απελευθερώσει τον ιρακινό λαό από ένα τυραννικό καθεστώς. Άλλωστε το γεγονός ότι παρόμοια ή σκληρότερα γειτονικά καθεστώτα όπως της Σ. Αραβίας, του Μπαχρέιν, της Ιορδανίας δεν έχουν ενταχθεί από τις ΗΠΑ στον «άξονα του κακού» μαρτυρεί στους ιρακινούς την αμερικανική υποκρισία.

Ταυτόχρονα το δέος των επερχόμενων δεινών λειτουργεί ενισχυτικά στην τροφοδότηση του Ισλάμ με νέες μάζες πιστών. Μετά την κατάρρευση των σοσιαλιστικών χωρών, η απογοήτευση που αισθάνονται οι Ιρακινοί για τη στάση των περισσότερων αραβικών κρατών κατά τη διάρκεια της Καταιγίδας της Ερήμου (που τάχθηκαν με τις ΗΠΑ και πάντως όχι με το Ιράκ) αλλά και στην περίπτωση των Παλαιστινίων, είναι έντονη. Αυτή η απογοήτευση σε συνδυασμό με τις οδυνηρές συνέπειες της εφαρμογής των κυρώσεων κάνει το πράσινο χρώμα του Ισλάμ να ταυτίζεται με το χρώμα της ελπίδας. Και μάλιστα της μοναδικής ελπίδας.

Δίψα για ζωή

Κάτω από τη σκιά του πολέμου η ζωή διεκδικεί τα δικαιώματά της. Οι αλάνες στη Βαγδάτη είναι γεμάτες με ξυπόλητα παιδιά που κλοτσάνε κάτι που μοιάζει με μπάλα ποδοσφαίρου. Το χτίσιμο των σπιτιών, των τζαμιών και των δημόσιων κτιρίων συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς. Τα καφενεία, που σερβίρουν συνήθως ζεστό τσάι σε μικρό ποτήρι μ’ ένα φυλλαράκι δυόσμο μέσα, είναι γεμάτα θαμώνες, απλούς ανθρώπους κάθε ηλικίας, που καπνίζουν αργιλέ, συζητούν, παίζουν τάβλι.

Τα περίπου είκοσι θέατρα και οι περίπου πενήντα κινηματογράφοι είναι σχεδόν γεμάτα κάθε βράδυ από ένα ετερόκλητο πλήθος στρατιωτικών με στολές, νεολαίων με δυτικό προσανατολισμό στο ντύσιμό τους, αλλά και κάποιων γυναικών στις οποίες το παραδοσιακό μαντήλι καλύπτει μέρος του κεφαλιού τους, όχι όμως και την επιθυμία τους να ζήσουν μια καλύτερη ζωή.

Η αγορά είναι πάντοτε γεμάτη κόσμο. Σε τσακίζει η ευγένεια των απλών ανθρώπων, η προθυμία τους να βοηθήσουν τον επισκέπτη, το διαρκές ατελείωτο χαμόγελό τους. Σε σκοτώνει η μελαγχολία τους.

Ίσως αυτή η απαίτηση για ζωή να τροφοδοτεί και το πείσμα για αντίσταση στον επερχόμενο εισβολέα, που χαρακτηρίζει τους Ιρακινούς.

Αφήστε μας να ζήσουμε

«Αφήστε το Ιράκ να ζήσει» γράφει ένα πανό που έχουν τοποθετήσει ακτιβιστές , στο Ελ Αμέρια, το πολεμικό καταφύγιο που βομβάρδισαν οι Αμερικάνοι με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 408 από τους 422 ανθρώπους, στην πλειοψηφία τους γυναικόπαιδα, που κοιμόντουσαν εκείνη την προχωρημένη ώρα (4.00) της 13ης Φεβρουαρίου 1991. Η μυρωδιά της καμένης σάρκας είναι έντονη ακόμη και τόσα χρόνια μετά.

«Αφήστε το λαό του Ιράκ ν’ αποφασίσει για τη τύχη του» μας είπε ο Αλ Χασιμί, πρόεδρος του Οργανισμού Ειρήνης, Φιλίας και Αλληλεγγύης.

Την ίδια στιγμή σε κάθε δημόσιο κτίριο, σε κάθε σταυροδρόμι, σε κάθε πάρκο, σε πολλά καταστήματα ο επισκέπτης θα συναντήσει κάποιο πορτρέτο ή προτομή του Σαντάμ Χουσεϊν σε κάθε δυνατή πόζα.

Το καθεστώς Σαντάμ έχει σταθεί προκλητικά σκληρό απέναντι στον Ιρακινό λαό, που όμως είναι ο μόνος αρμόδιος να επιχειρήσει την αλλαγή του. Έχοντας υπόψη τους αιματηρούς διωγμούς που έχουν υποστεί κατά το παρελθόν μεγάλα τμήματα του Ιρακινού λαού (εξόντωση Κούρδων, Κομουνιστών) αλλά και την παντελή απουσία στοιχειωδών δημοκρατικών ελευθεριών θα περίμενε κανείς ότι ο Ιρακινός λαός θα τασσόταν με την όποια προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος. Βάραιναν όμως στη συνείδησή του τα κίνητρα της αμερικανικής επίθεσης (σοκ και δέος την έχουν ονομάσει) που δεν αφορούν την αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών, αλλά έχουν να κάνουν με το πλούσιο σε κοιτάσματα πετρελαίου, υπέδαφος του Ιράκ.

Η παγκοσμιοποίηση της ελπίδας

Η παγκοσμιοποίηση της βαρβαρότητας από την πλευρά των Η.Π.Α. και των συμμάχων της, σέρνει μαζί της σαν δυσοίωνη σκιά από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει και την παγκοσμιοποίηση της ελπίδας.

Η αφύπνιση του φιλειρηνικού κινήματος - μ’ όλες τις αντιφάσεις του - διαψεύδει τους θιασώτες του «τέλους της ιστορίας» και αποδεικνύει πως αυτή δεν μπορεί να γραφεί ερήμην των μαζών.

Τμήμα αυτού του κινήματος αποτελούν και οι ανθρώπινες ασπίδες από ακτιβιστές που προέρχονται από κάθε γωνιά της γης και παραμένουν δίπλα στους πρώτους υποψήφιους στόχους (γέφυρες, νοσοκομεία κλπ.) των έξυπνων βομβών και των πυραύλων της αμερικανικής αεροπορίας. 

Ταυτόχρονα με την ανάπτυξη του κινήματος στους δρόμους έχει τεράστια σημασία η δουλειά των εκπαιδευτικών μέσα στις τάξεις. Είναι αναγκαίο να κατανοήσουν τα παιδιά ότι η ειρήνη δεν είναι δεδομένη. Για να γίνει αυτό πρέπει να γράψουμε σ’ όλες τις τάξεις τη λέξη ειρήνη. Να σχεδιάσουμε μαθήματα ενάντια στον πόλεμο. Να τραγουδήσουμε αντιπολεμικά τραγούδια.

Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός αισθάνθηκε ήδη την οργισμένη ανάσα των εκατομμυρίων διαδηλωτών που ξεχύθηκαν στους δρόμους στις 15 του Φλεβάρη.

Έτσι, είναι βέβαιο, πως ακόμα και αν ο «παράφρων» πόλεμος πραγματοποιηθεί τίποτα δεν θα είναι όπως παλιά, όχι μόνο για τον δύστυχο λαό του Ιράκ, αλλά και για τον αλαζόνα κυρίαρχο του πλανήτη.

ΕπιστροφήΕπιστροφή ΠεριεχόμεναΠεριεχόμενα